Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΣ 1821-2021

Μητροπολίτου Φαναρίου Ἀγαθαγγέλου
Γενικοῦ Διευθυντοῦ τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

«Ἐάν ἀποσυνδέσεις τήν Ἑλλάδα, στό τέλος θά δεῖς νά σοῦ ἀπομένουν μιά ἐλιά, ἕνα αμπέλι κι ἕνα καράβι. Πού σημαίνει: μέ ἄλλα τόσα τήν ξαναφτιάχνεις».
(Ὀδυσσέας Ἐλύτης, Βραβεῖο Νόμπελ)

Ἡ ἐπέτειος τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 ἑορτάζεται τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Παναγίας, τήν 25η Μαρτίου, πού συμβολίζει τήν ἀναγγελία τῆς ἀπελευθέρωσης τοῦ ἀνθρωπίνου γένους λόγῳ τοῦ γεγονότος τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου και τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τήν ἀπελευθέρωση τῶν Ἑλλήνων ἀπό τά δεσμά τῆς δουλείας.

Ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων ἔγινε, ὅπως ὁμολογοῦσαν οἱ Ἀγωνιστές τοῦ 1821, «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερία».

Πρῶτος πού θυσιάσθηκε ἦταν ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄, πού ἀπαγχγονίσθηκε στήν μέχρι σήμερα συμβολικά κλειστή πύλη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί κατετάγη στή χορεία τῶν Ἁγίων ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Ἀκολούθησαν χιλιάδες Νεομάρτυρες τῆς πίστεως.

Ἑκατοντάδες ἱερεῖς, ἐπίσκοποι, πρεσβύτεροι, διάκονοι καί μοναχοί θυσιάσθηκαν ὑπέρ τῆς πίστεως καί τῆς πατρίδος ὡς ἱερά καί ἄμωμα σφάγια.

Τά Μοναστήρια ἦταν κοιτίδες ἀντίστασης καί ἀγώνα.

Ὁ Ἐπίσκοπος Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός εὐλόγησε τό λάβαρο τῆς ἐλευθερίας στή Μονή Ἁγίας Λαύρας. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ τό «κρυφό σχολειό» καί τό Ψαλτήρι διέσωσε τήν ἑλληνική γλώσσα καί τήν αὐτοσυνειδησία τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων.

Ὀρθοδοξία καί Ἑλλάδα εἶναι ἔννοιες ἄρρηκτα δεμένες καί συνυφασμένες ἱστορικά. Δέν πρόκειται συνεπῶς μόνο περί μιᾶς ἐθνικῆς ἐπετείου, ἀλλά περί συζεύξεως, ἀλληλοπεριχωρήσεως, κοινῆς πορείας καί ἀδιατάρακτης ἑνότητας Ἑλληνισμοῦ καί Ὀρθοδοξίας.

Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 δέν ὁμοιάζει πρός τήν Γαλλική Ἐπανάσταση πού τόν κύριο ρόλο διεδραμάτισαν οἱ Διαφωτιστές.

Σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς Ὀθωμανικῆς δουλείας, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπῆρξε ἡ κιβωτὸς τῆς σωτηρίας τοῦ Ἑλληνικοῦ Γένους καὶ ἡ δύναμη ἐκείνη πού, μὲ τὸ ποιμαντικὸ καὶ ἐθνικὸ ἔργο της, προετοίμασε τὸν ὑπόδουλο Ἑλληνισμὸ νὰ ἀγωνισθεῖ καὶ νὰ κερδίσει τὴν ἐλευθερία του.

Ὁ ἀγωνιστής Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ἔλεγε: «Ὁ Θεός ἔβαλε τήν ὑπογραφή του γιά τή σωτηρία τῆς πατρίδος καί δέν τήν παίρνει πίσω». Καί ὁ ὅρκος τῶν ἀνδρῶν τοῦ Ἱεροῦ Λόχου ἀνέφερε: «Ὡς Χριστιανός Ὀρθόδοξος ὁρκίζομαι νά διαμείνω πιστός εἰς τήν θρησκείαν μου καί εἰς τήν πατρίδα μου. Ὁρκίζομαι νά χύσω καί αὐτήν τήν τελευταία ρανίδα τοῦ αἵματός μου ὑπέρ τῆς πίστεως καί τῆς πατρίδος μου. Νά χύσω τό αἷμα μου, γιά νά νικήσω τούς ἐχθρούς τῆς θρησκείας μου ἤ νά ἀποθάνω ὡς Μάρτυς γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό».

Γι’ αὐτό καί σέ κάθε Θεία Λειτουργία κατά τήν Μεγάλη Εἴσοδο ὁ Ἐπίσκοπος μνημονεύει «τῶν ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος εὐσεβῶς ἀγωνισαμένων καί εὐκλεῶς πεσόντων». Αὐτό τό λειτουργικό ἦθος πηγάζει ἀπό τήν πίστη, τήν εὐσέβεια, τόν πόνο, τούς ἀγώνες, τή θυσία, τό μαρτύριο, τούς διωγμούς τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Λαοῦ μας πού ἀνέδειξαν Νεομάρτυρες καί Φιλοπάτριδες.

Ὅπως χαρακτηριστικά ἔγραφε ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος σέ Ἐγκύκλιό της «Πρός τόν Λαό», τό ἔτος 2011: «Ἡ εὐόδωση τῆς Ἐθνεγερσίας τοῦ 1821 εἶναι πραγματικό θαῦμα.

Τό συμπέρασμα πού βγαίνει ἀπό ὅλες τίς ἱστορικές πηγές: ἀπομνημονεύματα, ἐπιστολές, ἔγγραφα, περιηγητικά κείμενα καί ἄλλες γραπτές μαρτυρίες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης εἶναι ὅτι οἱ παράτολμοι ἀγωνιστές πού ἀνέλαβαν τό μεγάλο ἐγχείρημα, εἶχαν πλήρως διαμορφωμένη ἑλληνορθόδοξη συνείδηση, ἀκλόνητη πίστη, πολέμησαν στό Ὄνομα τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, στόν Ὁποῖο καί βάσιζαν τίς ἐλπίδες τους καί ἀπό τόν Ὁποῖο ἀντλοῦσαν τή βεβαιότητα γιά τή νίκη. Γι’ αὐτό καί ὅλοι ζοῦσαν εὐχαριστιακή ζωή».

Γι’ αὐτό καί τό Α΄ Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος, ὅπως αὐτό ἰσχύει μέχρι σήμερα, ἄρχιζε μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου καί Ζωαρχικῆς Τριάδος.

Εἴθε ἡ ἐπέτειος τῆς Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας, αὐτή ἡ μοναδική ἐπέτειος, ἡ γιορτή τῶν Ἑλλήνων καί τῆς δημοκρατίας, πού καλούμεθα νά τήν γιορτάσουμε μέ δέος, συγκίνηση, χαρά, ἐνθουσιασμό, ἐλπίδα, προσδοκία, δοξολογία, εὐχαριστία, εὐγνωμοσύνη, ὅραμα καί ἐνθουσιασμό, νά μᾶς φωτίσει νά διακρίνουμε τά χαρακτηριστικά τοῦ εὐσεβοῦς Γένους τῶν Ἑλλήνων, τη σημασία και συνέχεια τῆς ἱστορικῆς ἰδιοπροσωπείας καί ἐκκλησιαστικῆς αὐτοσυνειδησίας τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, γιά νά μπορέσουμε νά μοιρασθοῦμε μέ ὅλη τήν Οἰκουμένη το ὅραμά μας γιά μιά ἄλλη πρόταση-ποιότητα ζωῆς πού θά καρποφορεῖ σέ πολλές πλευρές τῆς ἱστορίας τῆς Πατρίδας, τῆς Εὐρώπης, ὅλου τοῦ κόσμου.