Κατήχηση – Συνάξεις ενηλίκων

Ως συνειδητά μέλη της Εκκλησίας πιστεύουμε στη δυναμική που έχει η Ορθόδοξη Ενορία, όταν μάλιστα ο ιερέας είναι δραστήριος και με κατάλληλους συνεργάτες μπορεί να επιτευχθεί έργο αξιοθαύμαστο.

Μια ζωντανή ενορία μπορεί να έχει πολλές δραστηριότητες, όπως κατήχηση των πιστών, μέχρι την φιλανθρωπία και την ανακούφιση – πνευματική και υλική – εμπερίστατων αδελφών, όπως ομιλίες και διαλέξεις θεολογικού, εθνικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος.

Όταν η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι για τους Πατέρες θεραπευτήριο «ψυχών και σωμάτων», αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει η ενορία.

Θεραπεύει Ορθοδόξως τις ψυχές και τα σώματά μας, γι’ αυτό με μεγάλη μας χαρά και ευθύνη, αναλάβαμε τον τομέα της κατήχησης ενηλίκων.

Είναι ο τομέας που ως Ορθόδοξη Εκκλησία πρέπει να δουλέψουμε πολύ, γιατί ο λαός μας δυστυχώς σε μεγάλο ποσοστό είναι ακατήχητος.

Ξεκινήσαμε με πρώτο θέμα κατήχησης «τί είναι η Εκκλησία», συνεχίσαμε με «τη σημασία και ανάλυση της Θείας Λειτουργίας» και κατόπιν προσπαθήσαμε να προσεγγίσουμε το «Τριαδολογικό και Χριστολογικό δόγμα».

Χάριτι Θεού ολοκληρώσαμε αυτές τις συναντήσεις με τη θεολογική ανάλυση των Ιερών μυστηρίων της Εκκλησίας μας.

Ευελπιστούμε να συνεχίσουμε πάντα με την ευλογία του μητροπολίτη μας και την εν έργω και λόγω συμπαράσταση και καθοδήγηση του ιερέα μας π. Ιωάννη.

Ο διακονών

Νικόλαος Χ. Χριστοδουλάκης, Θεολόγος

Τί είναι η Εκκλησία;

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Πριν από οποιαδήποτε προσπάθεια Ορθόδοξης Κατήχησης είναι πολύ σημαντικό να τονίσουμε στους πιστούς μας «το τι είναι η Εκκλησία».
Όταν ο πιστός κατανοήσει τι είναι και τι εκπροσωπεί η Εκκλησία, τότε είναι ευκολότερο να καταλάβει και το τι είναι η Θεία Λειτουργία, τα δόγματα και τα ιερά μυστήρια.
Η κατήχηση δεν είναι σχολείο, αλλά «Ορθοδοξίας Παιδευτήριον». Τι σημαίνει αυτό: Απλούστατα, ότι η προσπάθειά μας πρέπει να είναι βιωματική-εμπειρική, ώστε να βοηθήσουμε τους πιστούς μας να ζήσουν το γεγονός Εκκλησία.
Και ζεις αυτό το γεγονός μέσα στη Λειτουργική και Μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας.
Εκκλησία και Χριστός είναι ένα και το αυτό.
Για τούτο συνυπάρχουν – πάντα μέσα στην Εκκλησία – ο Άκτιστος Θεός και ο κτιστός άνθρωπος.
Το χάσμα μεταξύ Ακτίστου και κτιστού γεφυρώνεται με τις Άκτιστες Θείες ενέργειες, που μπορεί να είναι ένα σημείο – θαύμα, μία αποκάλυψη – φανέρωση του ίδιου του Τριαδικού Θεού. Καταλυτική απόδειξη – ευλογία της συνύπαρξης Θεού – ανθρώπου στην Εκκλησία είναι η παρουσία του Αγίου Πνεύματος, της Θεοτόκου και των αγίων.
Γι’ αυτό ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ονομάζει τη Θεοτόκο «Μεθόριον της Ακτίστου και κτιστής φύσεως», οι δε πατέρες παρουσιάζουν την Εκκλησία «ως Πνευματικό Θεραπευτήριο», γιατί αποστολή και χρέος της είναι να κάνει τους πιστούς της – και με τη δική τους προσπάθεια – «κατά χάριν Θεού», δηλαδή αγίους.

Τι είναι η Θεία Λειτουργία

Ο ουρανός πάνω στη γη… Η Θεία Λειτουργία! | Σημεία Καιρών

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Λειτουργία σημαίνει έργο που γίνεται χάριν του λαού. Όταν στην Ορθόδοξη Εκκλησία μιλάμε για Θεία Λειτουργία, εννοούμε τη ζωή του Χριστού, που γίνεται πρ΄ξη ζωής και σωτηρίας μπροστά μας.

          Θεία Λειτουργία, λοιπόν, και ζωή του Χριστού πηγαίνουν μαζί και το αποκορύφωμα είναι η Θεία Κοινωνία, το να γίνουμε δηλαδή «σύσσωμοι και σύναιμοι» με το Θεό-Λόγο.

          Για όλα αυτά η σημασία και η σπουδαιότητα του πιστού από τη συμμετοχή του στη Θεία Λειτουργία, είναι καταλυτική για τη σωτηρία του.

          Η Θεία Λειτουργία κατηχεί, διδάσκει και κυρίως εισάγει τον πιστό στο μέγα μυστήριο της ευσεβείας, που είναι η Ορθόδοξη πίστη.

          Μυστήριο που γίνεται πράξη ζωής και σωτηρίας στα πλαίσια του Λειτουργικού Χρόνου, που καταργεί τη φθορά και το θάνατο και σε εισάγει απ’ αυτή τη ζωή στη Βασιλεία του Θεού.

          Ό,τι βλέπουμε να γίνεται και να λέγεται στη Θεία Λειτουργία από το «Ευλογημένη η Βασιλεία…» μέχρι και την απόλυση, Λειτουργός είναι ο ίδιος ο Χριστός.

          Αναφέρουμε ενδεικτικά δύο γεγονότα της ζωής του Χριστού μας, που τα βλέπουμε και συμμετέχουμε στη Θεία Λειτουργία. Είναι η «Μικρά Είσοδος», – όταν ο ιερέας εξέρχεται του Ιερού βήματος κρατώντας το Ιερό Ευαγγέλιο – που συμβολίζει την τριετή δημόσια εμφάνιση και δράση του Χριστού μας και η «Μεγάλη Είσοδος», – όταν ο ιερέας εξέρχεται του Ιερού βήματος κρατώντας τα Τίμια Δώρα, που τα πήρε από την Προσκομιδή για να τα τοποθετήσει στην Αγία Τράπεζα και να γίνει η αναίμακτος θυσία – που συμβολίζει τη φρικτή πορεία του Χριστού μας από το Πραιτώριο στον τόπο του μαρτυρίου, το Γολγοθά.

          Για όλους αυτούς τους λόγους επιβάλλεται να γνωρίζουμε και να συμμετέχουμε στη Θεία Λειτουργία, γιατί έτσι ζούμε και βιώνουμε την ίδια τη ζωή του Χριστού μας, που μόνο Αυτός είναι «η οδός, η αλήθεια και η ζωή» (Ιωάν. Ιδ΄, 6), όπως άλλωστε μας το είπε και το δήλωσε ο Ίδιος.  

Τί είναι η Αγία Γραφή;

Έτσι πρέπει να διαβάζεται η Αγία Γραφή - ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Ο Θεός που πιστεύουμε ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί είναι Θεός Αποκάλυψης.

Τι σημαίνει αυτό; Ότι ο Θεός παίρνει την πρωτοβουλία και φανερώνεται στον άνθρωπο, γιατί θέλει όλοι οι άνθρωποι να τον γνωρίσουν, να τον ζήσουν και να φτάσουν σ’ αυτό που λέμε σωτηρία.

«Ο Θεός πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν». (Α΄ Τιμ. 2,4)

Αυτή λοιπόν την Αποκάλυψη – φανέρωση του Θεού σε συγκεκριμένα πρόσωπα κατέγραψαν άγιοι άνθρωποι και μας παρέδωσαν την Παλαιά Διαθήκη, που μας προετοιμάζει για τον ερχομό του Χριστού και με τη δημιουργία – ίδρυση της Εκκλησίας του, απόστολοι και μαθητές του κατέγραψαν την Καινή Διαθήκη.

Οι δύο τώρα Διαθήκες, Παλαιά και Καινή, αποτελούν την Αγία Γραφή ή Βίβλο.

Τα βιβλία της Π.Δ. είναι τα εξής:

Γένεσις, Έξοδος, Λευιτικόν, Αριθμοί, Δευτερονόμιον, Ιησούς Ναυή, Κριταί, Ρουθ, Βασιλειών Α΄΄, Β΄, Γ΄, Δ΄, Παραλειπόμενων Α΄, Β΄, Έσδρας Α΄. Β΄, Νεεμίας, Τωβίτ, Ιουδίθ, Εσθήρ, Μακκαβαίων Α΄, Β΄, Γ΄, Ψαλμοί, Παροιμίαι, Εκκλησιαστής, Άσμα Ασμάτων, Ιώβ, Σοφία Σολομώντος, Σοφία Σειράχ, Ωσηέ, Αμώς, Μιχαίας, Ιωήλ, Οβδιού, Ιωνάς, Ναούμ, Αββακούμ, Σοφονίας, Αγγαίος, Ζαχαρίας, Μαλαχίας, Ησαΐας, Ιερεμίας, Βαρούχ, Θρήνοι Ιερεμίου, Επιστολή Ιερεμίου, Ιεζεκιήλ, Δανιήλ.

Είναι, δηλαδή, 49 και η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ως επίσημο κείμενο της Π.Δ. έχει την μετάφραση των Ο΄(εβδομήκοντα), που έγινε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου τον Γ΄ π.Χ. αιώνα με πρωτοβουλία του βασιλιά Πτολεμαίου Β΄ του Φιλαδέλφου, στην τότε καθομιλουμένη γλώσσα, την Ελληνιστική – Κοινή. Και τούτο γιατί μετά από τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των διαδόχων του η Ελληνιστική-Κοινή, ήταν η διεθνής γλώσσα της εποχής, γι’ αυτό και η Χριστιανική Εκκλησία από το ξεκίνημά της χρησιμοποίησε αυτή τη γλώσσα.

Όσον αφορά τώρα την Καινή Διαθήκη, αυτή γράφτηκε από τους μαθητές και αποστόλους του Χριστού μας, μέσα στο κλίμα της Ιεράς Παραδόσεως, που είναι η ζώσα πραγματικότητα της Εκκλησίας.

Δηλαδή, ό,τι είχε και έχει διασωθεί μέχρι σήμερα είτε προφορικώς είτε εγγράφως.

Σημειωτέον, ότι εκτός της Κ.Δ. και το Σύμβολο της Πίστεως καθώς και η Πατερική Γραμματεία είναι καρπός και γέννημα της Ιεράς Παραδόσεως.

Τα βιβλία της Κ.Δ. είναι τα εξής: Τα Ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά, του Ιωάννη, οι Πράξεις των Αποστόλων, οι επιστολές του Παύλου προς Ρωμαίους, προς Κορινθίους Α΄ και Β΄, προς Γαλάτας, προς Εφεσίους, προς Φιλιππησίους, προς Κολοσσαείς, προς Θεσσαλονικείς Α΄ και Β΄,  προς Τιμόθεον Α΄ και Β΄, προς Τίτον, προς Φιλήμονα, προς Εβραίους, του Ιακώβου, του Πέτρου Α΄ και Β΄,  του Ιωάννου Α΄, Β΄, Γ΄,  του Ιούδα του Αδελφοθέου και η Αποκάλυψις του Ιωάννου. Είναι λοιπόν 27. 

Σημειωτέον, ότι εμείς οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε, ότι οι συγγραφείς και των δύο Διαθηκών ήταν θεόπνευστοι.

Τι σημαίνει αυτό; Είχαν φωτιστεί από το Άγιο Πνεύμα στο περιεχόμενο των αληθειών που έγραψαν.

Δεν έγραψαν δικά τους πράγματα, αλλά την Αποκάλυψη – Αλήθεια, που τους φώτισε και φανέρωσε ο Τριαδικός Θεός που πιστεύουμε. Βεβαίως έγραψαν κι ως άνθρωποι της εποχής τους, με τις ανάλογες μορφωτικές και κοινωνικές συνθήκες.

Τί είναι τα δόγματα και οι κανόνες-όροι της Ορθόδοξης πίστης μας;

Δογματικά θέματα. Τι είναι δόγμα και σε τι χρειάζεται; Σύνοδοι και δόγματα

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Η λέξη δόγμα παράγεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα δοκέω-ῶ που σημαίνει νομίζω, αποφαίνομαι για μια αλήθεια, είμαι σίγουρος για αυτά που λέω και υποστηρίζω.

          Αμέσως μετά τους διωγμούς η αλήθεια της Εκκλησίας απειλήθηκε από τους ποικιλώνυμους αιρετικούς, που δυστυχώς όλοι ήταν πλανεμένα μέλη της.

          Η λέξη αίρεση παράγεται πάλι από το αρχαίο ελληνικό ρήμα αἱρέομαι-οῦμαι που σημαίνει διαλέγω, προτιμώ,

          Τι έκαναν λοιπόν οι διάφοροι αιρετικοί; Απομόνωναν ή απολυτοποιούσαν την οποιαδήποτε ερμηνεία που έδιναν σε μία αλήθεια της Εκκλησίας και την καθιστούσαν «θέσφατο», κάτι δηλαδή που όλοι έπρεπε να αποδεχθούν.

          Η Εκκλησία για να αμυνθεί και να διασώσει την αλήθεια της, συγκαλούσε τις τοπικές και οικουμενικές Συνόδους, όπου με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος παίρνονταν δημοκρατικά κατά πλειοψηφία οι αποφάσεις.

          Αυτές οι αποφάσεις είναι τα περίφημα δόγματα και οι κανόνες – όροι της Εκκλησίας, όπου διατυπώνονται εγγράφως τα όρια της αλήθειας της σε βασικά θέματα πίστης, διοίκησης και καθημερινής ζωής.

          Τέτοια δόγματα είναι το Τριαδολογικό και στη συνέχεια το Χριστολογικό, όπου η Εκκλησία διασώζει τη μέγιστη εμπειρική αλήθειά της, ότι ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος, ισότιμος με τον Θεό-πατέρα και το Άγιο Πνεύμα.

          Έπρεπε να συγκληθούν οι δύο πρώτες Οικουμενικές Σύνοδοι της Νικαίας το 325 μ.Χ. και της Κων/πολης το 381 μ.Χ. για να διατυπώσουν εγγράφως το Τριαδολογικό δόγμα, που το απαγγέλουμε σε κάθε Θεία Λειτουργία ως Σύμβολο της Πίστεως και είναι το γνωστό μας «Πιστεύω».

          Πολύ περιληπτικά το Τριαδολογικό δόγμα μας λέει, ότι ο Θεός που πιστεύουμε είναι Τριάδα, δηλαδή Πατέρας – Υιός – Άγιο Πνεύμα.

          Και τα τρία πρόσωπα έχουν την ίδια ουσία, αλλά διακρίνονται με τα λεγόμενα υποστατικά ιδιώματα.

          Ο Πατέρας έχει το Αγέννητον, ο Υιός το Γεννητόν και το Άγιο Πνεύμα το Εκπορευτόν.

          Η λέξη ουσία σημαίνει το απύθμενο βάθος του Θεού, η οποία Ουσία είναι κοινή και για τα τρία πρόσωπα.

          Ο Πατέρας γεννά προ πάντων των αιώνων τον Υιό, δηλαδή αυτή η Γέννηση είναι πέρα και πάνω από το Χρόνο και εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα.

          Όταν ο Πατέρας ενεργεί, συνεργούν ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Αυτό συμβαίνει με κάθε πρόσωπο της Αγίας Τριάδος.

          Όπως υποστηρίζει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, η κοινή ενέργεια της Αγίας Τριάδος στην ενανθρώπηση του Υιού, εκδηλώνεται «κατ’ ευδοκίαν» από το Πατέρα, «κατ΄ αυτουργίαν» από τον Υιό και «κατά συνέργειαν» από το Άγιο Πνεύμα.

          Κι ερχόμαστε στο Χριστολογικό δόγμα, που μας τονίζει, ότι ο Χριστός ως Θεάνθρωπος έχει και τις δύο φύσεις – θεϊκή και ανθρώπινη – που συνυπάρχουν «ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως και αχωρίστως» στο πρόσωπό του.

          Έπρεπε πάλι να συγκληθούν η Γ΄ στην Έφεσο το 431 μ.Χ. Οικουμενική Σύνοδο για να απαντήσει στον Νεστόριο, που μέσω της Θεοτόκου αμφισβητούσε τη θεότητα του Χριστού, και την αποκαλούσε Χριστοτόκο και όχι Θεοτόκο, και η Δ΄ το 451 μ.Χ. στην Χαλκηδόνα της Μικράς Ασίας για να διατυπώσει το Χριστολογικό δόγμα που αναφερθήκαμε.

          Η Εκκλησία πάλεψε για να προστατεύσει την Τριαδικότητα του Θεού μας και την Θεανθρώπινη υπόσταση του Χριστού μας, γιατί διαφορετικά δεν σώζεται ο άνθρωπος.

          Αν ο Θεός της Αποκάλυψης που πιστεύουμε ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν είναι Τριάδα και ο Χριστός Θεάνθρωπος, τότε η Χριστιανική πίστη γίνεται ένα ιδεολόγημα και μία φιλοσοφία του κόσμου τούτου.

          Καμία όμως φιλοσοφία και κανένα ιδεολόγημα δεν σώζουν τον άνθρωπο, παρά μόνο ο σαρκωμένος Λόγος, δηλαδή ο Χριστός μας, που έγινε και άνθρωπος για να κάνει τον άνθρωπο κατά Χάρη Θεό.      

Το Άγιο Πνεύμα στην Ορθόδοξη Εκκλησία

Το Άγιο Πνεύμα οδηγεί στη γνώση του Θεού! |

του Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Πρόκειται για το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, που έχει το υποστατικό ιδίωμα του «εκπορευτού».

          Εκπορεύομαι στα Αρχαία Ελληνικά σημαίνει πηγάζω.

          Είναι χαρακτηριστικό, ότι κανένα ρήμα της λατινικής γλώσσας δεν μπορεί να αποδώσει την ελληνική του σημασία παρά το «procedere», που σημαίνει γεννᾶσθαι + ἐκπορεύεσθαι και από εδώ το θεολογικό πρόβλημα του Filioque, ότι δηλαδή το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και από τον Υιό, που πιστεύει η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.

          Η Ορθόδοξη Εκκλησία πιστεύει, ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται μόνο από τον Θεό-Πατέρα, γιατί αν δεχτούμε και από τον Υιό, τότε αλλοιώνεται το δόγμα της Αγίας Τριάδος, γιατί παρουσιάζεται ένα πρόσωπό του να υπερτερεί σε υποστατικά ιδιώματα έναντι των δύο άλλων.

          Η Εκκλησία όπως ξανατονίσαμε είναι ο παρατεινόμενος Χριστός στους αιώνες, δηλαδή όπου Εκκλησία εκεί και Χριστός, αλλά συγχρόνως και Άγιο Πνεύμα, όπως θεολογικότατα μας λέει ο άγιος Ειρηναίος, ενώ ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μας παρουσιάζει τη Βασιλεία του Θεού ταυτόσημη με την παρουσία και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μέσα στην Εκκλησία.

          Ως Ορθόδοξοι πιστεύουμε και ομολογούμε, ότι «ο Πατήρ, δια του Υιού, εν Αγίω Πνεύματι ποεί τα πάντα». Δηλαδή η παρουσία, η ενέργεια και η χάρη του Τριαδικού Θεού είναι ενιαία.

          Να μην ξεχνάμε ακόμη, ότι όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι που διετύπωσαν τα δόγματα της Εκκλησίας ως όρια αλήθειας και ζωής, αλλά και τους ιερούς κανόνες – βάσει των οποίων διοικείται η Εκκλησία – έγιναν με το φωτισμό και την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος.

          Όπου Εκκλησία λοιπόν και Τριαδικός Θεός πηγαίνουν μαζί «ασυγχύτως, ατρέπτως, αχωρίστως και αδιαιρέτως».

Τί είναι τα Ιερά Μυστήρια

της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας;

Θεολογώντας…στην τάξη (Η τέχνη του θεολογείν) - Τα Μυστήρια του Βαπτίσματος  και του Χρίσματος

του Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Τα Ιερά Μυστήρια είναι οι αγωγοί της Χάριτος, που μεταδίδεται στους πιστούς και έτσι τους καθαρίζει από την αμαρτία, τους αγιάζει, και βεβαίως με τον πνευματικό τους αγώνα τους οδηγεί στον νέο κόσμο του Χριστού, που είναι αυτό που λέμε Βασιλεία του Θεού. Είναι ενταγμένα στη Λειτουργική και Μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας.

          Είναι επτά, ήτοι το Βάπτισμα, το Χρίσμα, η Θεία Ευχαριστία, η Ιερά Εξομολόγηση, η Ιερωσύνη, ο Γάμος και το Ευχέλαιο.

          Τα τέσσερα πρώτα είναι υποχρεωτικά και τα τρία τελευταία προαιρετικά.

          Πρώτο είναι το Βάπτισμα με το οποίο γινόμαστε μέλη της Εκκλησίας, ακολουθεί το Χρίσμα με το οποί δεχόμαστε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και γινόμαστε στρατιώτες Χριστού, η Θεία Ευχαριστία που γινόμαστε «σύσσωμοι και σύναιμοι Χριστού», η Ιερά Εξομολόγηση, όπου συγχωρούνται οι αμαρτίες μας και είναι ένα «δεύτερο βάπτισμα», όπως το τονίζουν και το αναλύουν οι άγιοι πατέρες.

          Συγκεκριμένα ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής υποστηρίζει, ότι ο πιστός με τη συνεχή μετάνοια πηγαίνει στο «ἀεί εὖ εἶναι», δηλαδή στην όντως ζωή, που είναι η ζωή της σταυρωμένης και αναστημένης αγάπης του Χριστού. Το    Βάπτισμα και το Χρίσμα δεν επαναλαμβάνονται, αλλά τελούνται μία φορά μόνο για κάθε πιστό.

          Εξαίρεση για το Χρίσμα γίνεται, αν κανείς επιστρέψει στην Ορθόδοξη Εκκλησία μετά από αίρεση. Τότε γίνεται δεκτός, αφού έχει αποκηρύξει την πλάνη του και ξαναχρίεται.

          Από τα προαιρετικά Μυστήρια η Ιερωσύνη, το να γίνει δηλαδή κανείς κληρικός, αυτό είναι καθαρά θέμα κλίσης και κλήσης.

          Η κλίση με γιώτα σημαίνει ο πιστός να το θέλει πραγματικά να δεχτεί το μέγα υπούργημα της ιερωσύνης του Χριστού και με ήτα να τον καλέσει ο ίδιος ο Χριστός.

          Άλλο προαιρετικό Μυστήριο είναι αυτό του Γάμου, όπου η Εκκλησία ευλογεί την ένωση του άνδρα και της γυναίκας, γιατί πιστεύει στη σχέση ζωής των ανθρώπων, άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι ο απόστολος Παύλος αυτή την ένωση την παραλληλίζει με τον Χριστό και την Εκκλησία του.

          Άλλος παράγοντας που επιμένει η Εκκλησία είναι η ευλογία της οικογένειας, που ανατρέφει, πλάθει και δίνει νόημα ζωής στους ανθρώπους.

          Ας μην ξεχνάμε, ότι στην Ορθοδοξία μιλάμε και για την «κατ’ οίκον Εκκλησία», που δεν είναι άλλη από την οικογένεια.

          Κι ερχόμαστε στο Ευχέλαιο, που ως Μυστήριο ωφελεί τον πιστό στην ψυχή και το σώμα του, γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία αγκαλιάζει Λειτουργικά και Μυστηριακά, τον όλο άνθρωπο και βεβαίως ολόκληρη την Κτίση, την Δημιουργία του Τριαδικού Θεού, που είναι το σπίτι όλων μας.

Γιατί η Εκκλησία τιμά την Θεοτόκο και τους αγίου-ες;

του Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Η Ορθόδοξη πίστη είναι αποκάλυψη Θεού, δηλαδή ο ίδιος ο Θεός παίρνει την πρωτοβουλία και αποκαλύπτεται στον άνθρωπο.

Γιατί γίνεται αυτό;

Γιατί ο Θεός είναι αγάπη και θέλει τη σωτηρία του δημιουργήματός του.

Αυτή η σωτηρία σχεδιάστηκε από τον Θεό σε συνεργασία με πιστούς ανθρώπους, οι οποίοι πίστεψαν και πραγματοποίησαν αυτό το σχέδιο.

Εκτέλεση τώρα αυτού του σχεδίου βλέπουμε στην Αγία Γραφή – Παλαιά και Καινή Διαθήκη – να ξεκινά με την κλήση – κάλεσμα του Αβραάμ και να ολοκληρώνεται με την ενανθρώπηση του ίδιου του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού.

Για να φτάσουμε όμως μέχρι τον Χριστό προηγήθηκαν κι άλλα πρόσωπα εκτός του Αβραάμ, που με την πίστη και τους αγώνες τους προχώρησαν το σχέδιο του Θεού. Αυτά τα πρόσωπα αποτέλεσαν το περίφημο “Λείμμα”, μέσα από το οποίο γεννήθηκε ο Χριστός κι έγινε πραγματικότητα η Εκκλησία.

Τέτοια πρόσωπα αυτού του “Λείμματος” είναι ο Ισαάκ, ο Ιακώβ, οι προφήτες με τελευταίο τον Βαπτιστή Ιωάννη, οι γονείς της Παναγίας, Ιωακείμ και Άννα, ακόμα και οι πρώτοι μαθητές του Χριστού, δηλαδή ο Ανδρέας, ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης.

Η Παναγία επιλέχτηκε από τον ίδιο τον Θεό, λόγω της αγιότητος και της τελειότητος της ζωής της. Εκπροσώπησε όλο το ανθρώπινο γένος, γι’ αυτό ονομάστηκε Παναγία και Θεοτόκος. Παναγία γιατί είναι ανώτερη απ’ όλους τους αγίους και τις αγίες και Θεοτόκος, γιατί έτεκε, δηλαδή γέννησε τον ίδιο τον Θεό στο πρόσωπο του Χριστού.

Αναφέρει χαρακτηριστικά ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ότι το πρόσωπο της Θεοτόκου “άπαν το μυστήριον της Θείας Οικονομίας συνίστησιν”, δηλαδή ολόκληρο το θεϊκό Σχέδιο για τη σωτηρία του ανθρώπου συγκεφαλαιώνεται στο πρόσωπο της Παναγίας.

Οι άγιοι και οι αγίες είναι πρόσωπα της Εκκλησίας, που μέσα από τη Λειτουργική και Μυστηριακή ζωή της αγωνίστηκαν τον καλό αγώνα της πίστεως κι έφτασαν με τη Χάρη του Θεού σ’ αυτό που λέμε θέωση ή αγιότητα.

Οι πατέρες της Εκκλησίας διδάσκουν, ότι η ζωή των πιστών χωρίζεται σε τρία στάδια. Το πρώτο είναι ο αγώνας εναντίον των παθών, το δεύτερο να έλθει ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος και το τρίτο ο δοξασμός, η θέαση του Ακτίστου Φωτός, δηλαδή η θέωση ή αγιότητα, όπως τονίσαμε προηγουμένως. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία την Παναγία και τους αγίους τους τιμούμε και τους παρακαλούμε να πρεσβεύουν στον Τριαδικό Θεό για μας, γιατί η λατρεία ανήκει μόνο σ’ αυτόν.

Γιατί οι ιερές εικόνες υπάρχουν και τιμώνται από την Ορθόδοξη Εκκλησία;

του Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Κατ’ αρχάς να τονίσουμε, ότι οι εικόνες δεν είναι φωτογραφίες ή μόνο σύμβολα.

Εκφράζουν και αναλύουν τη Θεολογία της Εκκλησίας, αρκεί να ξέρουμε να τις διαβάσουμε και να τις αναλύσουμε.

Θα σταθούμε σε δύο-τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα ερμηνείας κι έτσι ο αναγνώστης θα καταλάβει τι σημαίνει η εικόνα και ιδίως η Θεολογία της.

Η Εκκλησία ακόμα κι από την εποχή των κατακομβών χρησιμοποίησε συμβολικές παραστάσεις για να εκφράσει τις θεολογικές αλήθειες της. Τέτοιες παραστάσεις είναι αυτή του καλού Ποιμένα, που συμβολίζει τον Χριστό, ο ΙΧΘΥΣ (ψάρι) που συμβολίζει πάλι τον Χριστό και συγκεκριμένα σημαίνει Ιησούς-Χριστός-Θεού-Υιός-Σωτήρ, το περιστέρι που συμβολίζει την παρουσία του Θεού και ιδιαιτέρως του Αγίου Πνεύματος, η άγκυρα που συμβολίζει τη μακαριότητα του Παραδείσου και το παγώνι την αθανασία της ψυχής.

Βλε΄πουμε δηλαδή, ότι η Εκκλησία από το ξεκίνημά της εκφράστηκε και δια συμβόλων κάτι που συνεχίστηκε στο διάβα των αιώνων και φτάνει μέχρι τις μέρες μας.

Για να κατοχυρωθεί μάλιστα θεολογικά η τιμή των εικόνων η Εκκλησία πάλεψε πάνω από εκατό χρόνια με τους εικονομάχους και τελικά με την Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας το 787 μ. Χ. το πέτυχε και ολοκλήρωσε αυτή την περιπέτεια με την οριστική αναστήλωσή τους το 843 μ.Χ.

Η εικόνα στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας εκφράζει την αλήθεια της αιωνιότητος, γιατί μας πηγαίνει απευθείας στον κόσμο της Βασιλείας του Θεού, αφού διασπά τα όρια του φυσικού και μας οδηγεί στη μεταμορφωμένη πραγματικότητα που εικονίζει και γι’ αυτό η τιμή “επί το πρωτότυπον διαβαίνει”.

Βεβαίως χρησιμοποιεί σχήματα και υλικά του κόσμου τούτου, αλλ’ αυτό δεν την εμποδίζει να τονίσει και ν’ αναλύσει το αιώνιο, το αναστάσιμο μήνυμα, ότι ο θάνατος ξεπεράστηκε με το “θανάτω, θ΄ανατον πατήσας”, που ψάλλει και βιώνει η Εκκλησία.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ορθόδοξη εικονογράφηση της Ανάστασης του Χριστού μας με τον γνωστό τίτλο “η εις Άδου Κάθοδος”. Εδώ βλέπουμε το Χριστό μας να πατά σε σταυρό που σχηματίζουν οι θύρες του Άδη, ο διάβολος να είναι δεμένος και με το ένα χέρι να πιάνει τον Αδάμ και με το άλλο την Εύα, ανασταίνοντας έτσι όλο το ανθρώπινο γένος.

Άλλο παράδειγμα Ορθόδοξης απεικόνισης της Αγίας Τριάδος είναι η λεγόμενη Φιλοξενία του Αβραάμ με τους τρεις αγγέλους. Συγκεκριμένα βλέπουμε σ’ αυτή την εικόνα να υποδέχονται ο Αβραάμ και η Σάρρα τους τρεις αγγέλους που κρατούν σκήπτρα – σύμβολα αυθεντίας και εξουσίας – να συνομιλούν και να κάθονται στο ίδιο τραπέζι.

Και ολοκληρώνουμε τα παραδείγματα της Ορθόδοξης εικονογράφησης με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Εδώ βλέπουμε τον Αρχάγγελο Γαβριήλ να κρατά σκήπτρο και όχι κρίνο και να μεταφέρει το χαρμόσυνο μήνυμα στη Θεοτόκο, ότι ο Θεός την διάλεξε για να γεννήσει εν Πνεύματι Αγίω τον Χριστό μας.

Τί είναι τα ιερά και άγια Λείψανα στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

Όπου φυλάσσονται Λείψανα Αγίων, υπάρχει ιδιαίτερη Ευλογία Θεού | Σημεία  Καιρών

του Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Η Εκκλησία κατά τους αγίους πατέρες είναι θεραπευτήριο ψυχών και σωμάτων.

Κομίζω σ’ αυτήν την αποτυχία και την αμαρτωλότητά μου και μέσα από την Μυστηριακή και Λειτουργική ζωή της, αλλά και με το δικό μου αγώνα κατά των παθών, έρχεται ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος – κι αν είμαστε άξιοι – τελικά η θέωση ή αγιότητα.

Όταν λοιπόν ο πιστός – πάντα μέσα στην Εκκλησία – κατορθώνει με τη χάρη του Θεού και τον προσωπικό του αγώνα να φτάσει στην αγιότητα, τότε δεν αγιάζει μόνο η ψυχή, αλλά και το σώμα του. Τότε έχουμε τα άγια Λείψανα, που ευωδιάζουν ή μυροβλύζουν και που βεβαίως είναι “σημείον” της αιωνιότητας και αθανασίας, που ζούμε μέσα στην Εκκλησία απ’ αυτή τη ζωή.

Τιμούμε λοιπόν τ’ άγια Λείψανα, γιατί στην Ορθόδοξη Εκκλησία ζούμε την Ανάσταση και την αιωνιότητα, κι αυτό επιβεβαιώνεται με τα πολλά σημεία – θαύματα που τα συνοδεύουν.

Είναι χαρακτηριστικό, ότι στο Άγιο Όρος, όταν επισκέπτεσαι ως προσκυνητής τις Ιερές Μονές και τα ιερά προσκυνήματα, οι μοναχοί σου παρουσιάζουν πρώτα τα άγια Λείψανα για να προσκυνήσεις και να λάβεις τη χάρη τους.

Στη χώρα μας δεν υπάρχει Ιερή Μητρόπολη ή ιερό προσκύνημα, που να μην έχει ως θησαυρό και πολύτιμο μαργαρίτη τα ιερά Λείψανα μαρτύρων, ομολογητών, οσίων, νεομαρτύρων αποδεικνύοντας έτσι, ότι η Ορθοδοξία είναι πραγματικά η ιερή κολυμβήθρα του Γένους μας.

Τί είναι οι Δεσποτικές, Θεομητορικές και οι γιορτές των αγίων.

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας γιορτάζει, γιατί στα πλαίσια του Λειτουργικού χρόνου ζει την Ανάσταση και την αιωνιότητα, ως ο παρατεινόμενος Χριστός στους αιώνες.

Το χθες, το σήμερα και το αύριο η Εκκλησία το ζει και το βιώνει ως συνεχές παρών. Γι’ αυτό και στη Λειτουργική ζωή της ποτέ δεν χρησιμοποιεί Αόριστο, αλλά Ενεστώτα.

Οι γιορτές διακρίνονται σε Δεσποτικές, όταν γιορτάζει τον Χριστό μας, όπως π.χ. τα Χριστούγεννα, το Πάσχα ή την Μεταμόρφωση.

Σε Θεομητορικές, όταν γιορτάζει την Θεοτόκο, όπως π.χ. την Γέννηση, τα Εισόδια, τον Ευαγγελισμό και την Κοίμησή της.

Έχουμε και τις γιορτές των αγίων, που η Εκκλησία ανάλογα με τη ζωή και το μαρτύριό τους, τους ονομάζει Μάρτυρες, Μεγαλομάρτυρες, Ιερομάρτυρες, Οσιομάρτυρες, Ομολογητές, Οσίους και Νεομάρτυρες.

Μάρτυρες ονομάζουμε τους αγίους, που θυσίασαν την ζωή τους, δίνοντας μαρτυρία Χριστού, Μεγαλομάρτυρες, γιατί ήταν επώνυμοι κι έδωσαν μεγάλη μαρτυρία Χριστού, Ιερομάρτυρες γιατί μαρτύρησαν ως κληρικοί, Οσιομάρτυρες γιατί μαρτύρησαν ως μοναχοί.

Ομολογητές ονομάζουμε τους αγίους, που ομολόγησαν με πολλούς τρόπους την πίστη τους στο Χριστό θυσιάζοντας τα πάντα, ακόμα και την ζωή τους.

Οσίους ονομάζουμε τους αγίους, που ήταν μοναχοί ή ασκητές και Νεομάρτυρες, αυτοί που μαρτύρησαν σε νεότερες εποχές για την πίστη του Χριστού και την πατρίδα.

Χαρακτηριστικό ότι όλους τους αγίους και τις αγίες τους γιορτάζει η Εκκλησία την ημέρα που φεύγουν απ’ αυτή την ζωή, γιατί θεωρείται η γενέθλια ημέρα στη Βασιλεία του Θεού, κι όχι την ημέρα της γέννησής τους.

Μόνο στον Χριστό, την Παναγία και τον Τίμιο Πρόδρομο γιορτάζει η Εκκλησία Γενέθλια κι αυτό εξηγείται λόγω της θέσης και της αποστολής τους στο Σχέδιο της Θείας Οικονομίας.

Η σημασία της Ιερωσύνης στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

Η Ιερωσύνη σύμφωνα με τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο. | Διακόνημα

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Όπως έχουμε ξανατονίσει ένα από τα επτά Μυστήρια της Εκκλησίας μας είναι αυτό της Ιερωσύνης, το οποίο είναι προαιρετικό.

Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε, ότι με το Βάπτισμά μας, όλοι οι πιστοί έχουμε τη γενική Ιερωσύνη, γι’ αυτό και μπορούμε να τελέσουμε το Βάπτισμα ανάγκης ή αεροβάπτισμα, όταν αυτό επιβάλλεται σε πολύ δύσκολες συνθήκες.

Οι έχοντες την ειδική Ιερωσύνη λέγονται ή ονομάζονται κληρικοί και είναι τρεις οι βαθμοί. Του διακόνου, του πρεσβυτέρου και του επισκόπου, που είναι ο ανώτερος κλήρος, γιατί έχουμε και τον κατώτερο, που είναι ο υποδιάκονος, ο αναγνώστης, ο ιεροψάλτης, ο νεωκόρος, οι οποίοι δεν χειροτονούνται, αλλά χειροθετούνται από τον επίσκοπο ή και τον ηγούμενό τους, αν πρόκειται για μοναχούς.

Η διαφορά χειροτονίας και χειροθεσίας είναι, ότι στην μεν πρώτη έχουμε Μυστήριο της Εκκλησίας, ενώ στη δεύτερη ιερά τελετή.

Η σημασία της Ιερωσύνης είναι τεράστια, γιατί δόθηκε από τον ίδιο τον Χριστό και χωρίς αυτή δεν υπάρχει Εκκλησία. Και τούτο γιατί στην Ορθόδοξη Εκκλησία έχουμε την αποστολική διαδοχή, που ακολουθεί το τρίπτυχο Χριστός-απόστολοι-επίσκοποι.

Όπως δεν νοείται Εκκλησία χωρίς Χριστό, το ίδιο δεν νοείται Εκκλησία χωρίς επίσκοπο.

Γι’ αυτό ο επίσκοπος είναι “εις τόπον και τύπον Χριστού”, όπως μας το παρέδωσε ο μέγας αποστολικός πατέρας Ιγνάτιος ο Θεοφόρος.

Ο επίσκοπος προΐσταται της ευχαριστιακής κοινότητας, ο πρεσβύτερος συνεχίζει το έργο το με ταπείνωση και κατά Χριστόν υπακοή.

Ο διάκονος υπηρετεί τον επίσκοπο και τον πρεσβύτερο και βεβαίως όλη την ευχαριστιακή κοινότητα.

Σημειωτέον, ότι ο επίσκοπος τελεί όλα τα Μυστήρια της Εκκλησίας, ο πρεσβύτερος όλα εκτός αυτό της Ιερωσύνης και ο διάκονος κανένα, αφού όπως φανερώνει και το όνομά του, διακονεί, υπηρετεί και υπακούει τον επίσκοπο, τον πρεσβύτερο κι όλη την ευχαριστιακή κοινότητα.

Τι είναι το Τριώδιο

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Το Τριώδιο είναι ένα λειτουργικό βιβλίο της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, αλλά και μια λειτουργική περίοδος, που ξεκινά από την Κυριακή του Τελώνη και Φαρισαίου και τελειώνει το Μέγα Σάββατο.

Σκοπός του είναι να μας κάνει να βιώσομε και να ζήσομε λειτουργικά την άσκηση εναντίον των παθών, την μετάνοια, την νηστεία και με την αδιάλειπτη προσευχή να προσεγγίσομε τα γεγονότα ζωής της Μεγάλης Εβδομάδος με κορύφωση τα πάθη και τον Σταυρό του Κυρίου μας.

Ονομάζεται Τριώδιο, γιατί οι κανόνες του, δηλαδή τα εκκλησιαστικά τροπάρια που ψάλλομε αντί για εννέα ωδές έχουν τρεις και τούτο για λόγους συντομίας, γιατί έχομε πολλές ακολουθίες και έντονη Λειτουργική ζωή.

Συγκεκριμένα εκτός τις θείες λειτουργίες του Σαββάτου και της Κυριακής, έχομε τις προηγιασμένες της Τετάρτης και της Παρασκευής, όπου τα Τίμια Δώρα είναι προηγιασμένα, γιατί τις καθημερινές δεν γίνονται θείες Λειτουργίες κατά την διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Το Μέγα Απόδειπνο, τους κατανυκτικούς Εσπερινούς, τις τέσσερις στάσεις των Χαιρετισμών και την Πέμπτη Παρασκευή ολόκληρο τον Ακάθιστο Ύμνο, τον Μεγάλο Κανόνα, που είναι το μεγαλύτερο ποίημα της Εκκλησίας με 250 τροπάρια και περιλαμβάνει ολόκληρη την θεολογία της πίστης μας.

Όπως είπαμε λοιπόν το Τριώδιο ανοίγει την Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου, όπου το μήνυμα της είναι, ότι οι ταπεινοί συγχωρούνται από τον Τριαδικό Θεό μας, εφόσον βεβαίως μετανοήσουν ειλικρινώς.

Η δεύτερη Κυριακή η λεγομένη του Ασώτου περνά το μέγα μήνυμα, ότι ο Θεός της πίστης μας συγχωρεί τον αμαρτωλό, ότι κι αν έχει πράξει στη ζωή του, αν και πάλι μετανοήσει ειλικρινώς.

Την τρίτη Κυριακή της Απόκρεω, την ονομάζομε έτσι, γιατί είναι η τελευταία που καταλύομε κρέας και η Εκκλησία μας θυμίζει την Κρίση της Δευτέρας Παρουσίας, που όλοι θα κριθούμε για την πίστη και την βιωτή μας.

Η τέταρτη Κυριακή ονομάζεται της Τυροφάγου, γιατί όλη η εβδομάδα που ακολουθεί γίνεται κατάλυση μόνο γαλακτοκομικών προϊόντων, ώστε σταδιακά να εισέλθουμε στην Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, που ξεκινά την Καθαρά Δευτέρα.

Χαρακτηριστικό, ότι την Κυριακή αυτή η Εκκλησία μας παρουσιάζει την έξωση των πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, ως γεγονός δικού μας παραδειγματισμού.

Αφού εισήλθαμε στην Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, την πρώτη Κυριακή η Αγία Εκκλησία μας την αφιερώνει στην οριστική αναστήλωση των εικόνων, για αυτό και την ονομάζομε Κυριακή της Ορθοδοξίας.

Τη δεύτερη Κυριακή την αφιερώνει στον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης και μέγιστο Πατέρα και θεολόγο της Ορθοδοξίας μας, γιατί σ’ Αυτόν χρωστάμε την θεολογία της διάκρισης του Τριαδικού Θεού σε Άκτιστη Θεία Ουσία και σε Άκτιστες, αλλά μεθεκτές Θείες ενέργειες.

Η τρίτη Κυριακή αφιερώνεται στον Τίμιο Σταυρό, γι αυτό και αποκαλείται Κυριακή της Σταυροπροσκύνησης, αφού ο Σταυρός του Κυρίου μας είναι η ωραιότητα και το ανίκητο τρόπαιο της Εκκλησίας.

Την τέταρτη Κυριακή των Νηστειών η Εκκλησία την αφιερώνει στον Ιωάννη της Κλίμακας, που με το περίφημο έργο του την «Κλίμακα των αρετών» μας δείχνει πως ν’ ανεβούμε δια των αρετών της πίστεως μας στην κοινωνία και τη Θέωση με τον Τριαδικό Θεό μας.

Την Πέμπτη Κυριακή η Εκκλησία μας την αφιερώνει στην Οσία Μαρία την Αιγυπτία ως αιώνιο παράδειγμα ειλικρινής μετάνοιας και αφιέρωσης στο Θεό, αποδεικνύοντας στην πράξη, ότι είναι πνευματικό θεραπευτήριο ψυχών και σωμάτων.

Η επόμενη Κυριακή είναι η Βαϊοφόρος, και γιορτάζομε την θριαμβευτική είσοδο του Χριστού μας στα Ιεροσόλυμα.

Εισέρχεται όχι ως εγκόσμιος βασιλέας, αλλά ως ο ταπεινός Υιός και λόγος του Θεού να περάσει από τα πάθη και τον Σταυρό, ώστε με την Ανάσταση Του να συνεγείρει όλο τον Αδάμ, δηλαδή όλο το ανθρώπινο γένος.

Από το βράδυ της ίδιας ημέρας ξεκινά η Μεγάλη Εβδομάδα και την αποκαλούμε έτσι, γιατί τα γεγονότα που «μνείαν ποιούμεθα» είναι μεγάλοι σταθμοί στη ζωή του Κυρίου μας και γι’ αυτό κομβικά σημεία για την σωτηρία μας.

Συγκεκριμένα την Μεγάλη Δευτέρα μας φέρνει στη μνήμη τον Πάγκαλο Ιωσήφ, ως προτύπωση του Χριστού μας για την ενάρετη και ηθική ζωή του, ως και την ξηρανθήσα συκή, που συμβολίζει την ακαρπία της Ιουδαϊκής Συναγωγής.

Την Μεγάλη Τρίτη μας φέρνει ως παράδειγμα συνεχούς ετοιμότητας την παραβολή των δέκα Παρθένων, που θέλει να μας πει, ότι πάντα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε τον Νυμφίο-Χριστό.

Την Μεγάλη Τετάρτη μας θυμίζει το γεγονός της αλείψεως των ποδών του Κυρίου μας από την Μυροφόρο γυναίκα, ως προτύπωση του ενταφιασμού του, αλλά και την προδοσία του Ιούδα.

Την Μεγάλη Πέμπτη η Εκκλησία μας φέρνει το παράδειγμα της έμπρακτης ταπείνωσης με το πλύσιμο των ποδιών των μαθητών, που στην εκκλησιαστική γλώσσα ονομάζεται «Ιερός Νιπτήρας».

Το άλλο μέγιστο γεγονός είναι η παράδοση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας από τον Κύριο μας κατά το Μυστικό Δείπνο. Πρόκειται για το Μυστήριο που συνιστά και συγκεφαλαιώνει την Εκκλησία ως Σώμα Χριστού.

Το τρίτο γεγονός είναι η θαυμαστή προσευχή του Κυρίου μας στο Κήπο της Γεθσημανής, όπου τελικά υπακούει στον Πατέρα, οδηγούμενος στη σύλληψη και στο Μαρτύριο για την σωτηρία ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους. Και τελειώνει η Μεγάλη Πέμπτη με την τελική προδοσία του Ιούδα, αν και ο Κύριος μας του έδωσε την δυνατότητα, έστω και την τελευταία στιγμή να έλθει «εις εαυτόν» γι’ αυτό που επρόκειτο να κάνει.

Κι ερχόμαστε στη Μεγάλη Παρασκευή, όπου εδώ βλέπομε τους ανθρώπους να εμπτύουν, να προπηλακίζουν, να βάζουν ακάνθινο στεφάνι και στο τέλος να σταυρώνουν τον ίδιο τον Θεόν τους.

Ένα ακόμα καίριο γεγονός της ημέρας είναι η ομολογία του ληστή και η δικαίωση του από τον Θεάνθρωπο με τον περίφημο λόγο Του «Σήμερον μέτ’ εμού έση εν τω παραδείσω», δηλαδή σήμερα μαζί μου θα είσαι στον Παράδεισο, Λκ.κγ 43.

Ένα ακόμα θαυμαστό γεγονός της ημέρας είναι, ότι ο Κύριος μας αναθέτει την προστασία της μητέρας Του στον αγαπημένο Του μαθητή Ιωάννη.

Κι ερχόμαστε στο Μεγάλο Σάββατο, όπου ο Κύριος μας κατεβαίνει στον Άδη και κηρύττει σ’ όλους τους κεκοιμημένους, προετοιμάζοντας έτσι την Ανάσταση Του, που έρχεται το ξημέρωμα της Κυριακής του Πάσχα.

Ο θρίαμβος της ζωής ενάντια στη μαυρίλα του θανάτου.

Αυτή είναι η πίστη των ορθοδόξων, αυτή είναι η πίστη της Εκκλησίας, ένα διαρκές Πάσχα-μετάβαση στην αιωνιότητα και την αθανασία, που την γιορτάζομε Λειτουργικά κάθε Κυριακή, αλλά κι όποτε κοινωνούμε Χριστό, Σταυρωμένο και Αναστημένο.

Τι είναι το Πεντηκοστάριο

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι και την Κυριακή των Αγίων Πάντων, αυτή την περίοδο την αποκαλούμε Πεντηκοστάριο, γιατί κομβικά σημεία έχει την Ανάσταση του Χριστού μας και την Πεντηκοστή, δηλαδή την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος και τοβ φωτισμό των μαθητών.

Είναι ακόμη και Λειτουργικό βιβλίο το Πεντηκοστάριο, γιατί περιέχει όλες τις ακολουθίες αυτής της περιόδου.

Την πρώτη εβδομάδα μέχρι την Κυριακή του Θωμά την ονομάζομε Διακαινήσιμο, διότι όλα τα κάνει καινούργια και νέα η Ανάσταση του Θεανθρώπου.

Την Κυριακή του Θωμά την ονομάζομε «Αντίπασχα», αλλά και της «σωτηριώδους ομολογίας» του εν λόγω αποστόλου, που βλέποντας αναστημένο τον Χριστό μας ομολόγησε το περίφημο «ο Κύριος μου και ο Θεός μου». Ιωαν.κα΄28.

Η επόμενη Κυριακή είναι αφιερωμένη στις Μυροφόρες, που σημειωτέον είναι οι πρώτες, που είδαν αναστημένο τον Χριστό και να μην ξεχνάμε, ότι υπηρετούσαν τον Κύριο σ’ όλη την τρίχρονη δημόσια εμφάνιση Του.

Η Δ.΄ Κυριακή είναι αφιερωμένη στον Παράλυτο, που για 38 χρόνια περίμενε την θεραπεία του και τελικά την βρήκε από τον Ιατρό των ψυχών και των σωμάτων, Ιησού Χριστό.

Η Ε.΄ Κυριακή είναι της Σαμαρίτειδος της μετέπειτα αγίας Φωτινής, όπου ο Κύριος μας σ’ ένα αποκαλυπτικό διάλογο της φανερώνει, ότι Αυτός είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας.

Κι ερχόμαστε στην ΣΤ.΄ Κυριακή, που είναι αφιερωμένη στην θεραπεία του εκ γενετής τυφλού, που βρίσκει το φως του, απ’ Αυτόν που είναι το φως, η αλήθεια και η ζωή, δηλαδή ο Υιός και Λόγος του Θεού, Ιησούς Χριστός.

Ακολουθεί η Ζ.΄ Κυριακή, που είναι αφιερωμένη στους 318 Θεοφόρους Πατέρες της Α.΄ Οικουμενικής Συνόδου, που εν Αγίω Πνεύματι δογμάτισαν τη Θεανθρωπότητα του Ιησού Χριστού.

Ακολουθεί η Κυριακή της Πεντηκοστής, δηλαδή ο ερχομός του Παρακλήτου, του Αγίου Πνεύματος, που φωτίζει τους μαθητές και συγκροτεί όλο το θεσμό της Εκκλησίας, ως τον παρατεινόμενο Χριστό στους αιώνες.

Και τελειώνει το Πεντηκοστάριο με την Κυριακή των Αγίων Πάντων, όπου η Εκκλησία τιμά όλους τους Αγίους και τις Αγίες της, γνωστούς και αγνώστους, που πρόσφεραν τα πάντα, ακόμα και την ζωή τους για την εδραίωση της εκκλησίας του Χριστού μας.

Γιατί έχομε τις νηστείες στην Ορθόδοξη Εκκλησία

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Κατ’ αρχάς να ετυμολογήσομε τη λέξη νηστεία, που παράγεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα εσθίω, που σημαίνει τρώγω και με το στερητικό νη μπροστά, σημαίνει δεν τρώγω καθόλου.

Η νηστεία είναι αρχαίος θεσμός στην εκκλησία, τον παρέλαβε από την Ιουδαϊκή παράδοση και ήδη από την Π.Δ. βλέπομε ο Μωϋσής να νηστεύει για να παραλάβει τον Νόμο από τον Θεό, ενώ στην Κ.Δ. ο ίδιος ο Χριστός μας νηστεύει για 40 ημέρες, πριν ξεκινήσει την τριετή δημόσια εμφάνιση Του.

Δεν είναι λοιπόν εφεύρεση του ιερατείου η νηστεία, αφού υπάρχει στην εκκλησία ήδη από την εποχή των αποστόλων, των αποστολικών πατέρων και των κατακομβών.

Στο διάβα του χρόνου η εκκλησία όρισε τις ημέρες της νηστείας και τις γνωστές μας Σαρακοστές.

Συγκεκριμένα καθιέρωσε την νηστεία της Τετάρτης, γιατί αυτή την ημέρα προδόθηκε ο Χριστός μας από τον Ιούδα και της Παρασκευής, γιατί αυτή την ημέρα πενθούμε για την Σταύρωση του Κυρίου μας.

 Έχομε την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, που ξεκινά από την Καθαρά Δευτέρα και τελειώνει την Κυριακή των Βαΐων, της Μεγάλης Εβδομάδος, που ξεκινά το βράδυ της Κυριακής των Βαΐων και τελειώνει το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου.

Η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι αυστηρή επιτρέπεται η κατάλυση οίνου και ελαίου, μόνο τα Σάββατα και τις Κυριακές, τις άλλες ημέρες έχομε ξηροφαγία και τούτο, γιατί η άσκηση πρέπει να είναι πιο αυστηρή για να είμαστε έτοιμοι να ζήσομε τα Πάθη και την Σταύρωση του Κυρίου μας.

Έχομε ακόμη την νηστεία των Αποστόλων, που ξεκινά αμέσως μετά την Κυριακή των Αγίων Πάντων και τελειώνει στην γιορτή των Κορυφαίων Πέτρου και Παύλου.

Ακολουθεί η νηστεία από 1η μέχρι και την 5η Αυγούστου για την Μεταμόρφωση του Χριστού μας, που την γιορτάζομε στις 6 του ίδιου μήνα και συνεχίζομε μέχρι και τις 14 για την κοίμηση της Παναγίας μας.

Νηστεία έχομε και στις 29 Αυγούστου, που μνεία ποιούμεθα της αποτομής της Τιμίας Κάρας του Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννη καθώς και στις 14 Σεπτεμβρίου που γιορτάζομε την Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού του Κυρίου μας.

Και τελειώνω με την νηστεία των Χριστουγέννων, που ξεκινά στις 15 Νοεμβρίου και τελειώνει στις 24 Δεκεμβρίου, γιατί στις 25 έχομε την Γέννηση του Χριστού μας, που επιτρέπεται η κατάλυση κάθε τροφής.

Νηστεία έχομε στις 5 Ιανουαρίου για την Δεσποτική γιορτή των Θεοφανείων, που γιορτάζομε την  επόμενη ημέρα κι όχι για να πιούμε από τον μεγάλο Αγιασμό, όπως εσφαλμένως πιστεύουν κάποιοι.

Τι είναι ο Μικρός και ο Μεγάλος Αγιασμός

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Η Εκκλησία από το ξεκίνημα της χρησιμοποίησε το νερό ως εξαγιαστική και καθαρτική δύναμη, όπου δια του Αγίου Πνεύματος διοχετεύεται η Θεία Χάρη.

Γι’ αυτό στο ιερό Μυστήριο του Βαπτίσματος, το νερό χρησιμοποιείται ως καθαρτικό και αγιαστικό στοιχείο, όπου δια του Αγίου Πνεύματος μεταδίδεται η χάρη στον πιστό και γίνεται μέλος της Εκκλησίας.

Ήδη από τις αρχές του 4ου αιώνα, έχομε μαρτυρίες πατέρων για το αγιασμένο νερό, όπου ο Χριστός με τη Βάπτιση Του εξαγιάζει όχι μόνο το υγρό στοιχείο, αλλά ολόκληρη την Κτίση και μαζί της τον άνθρωπο.

Έτσι προκύπτει ο Μέγας Αγιασμός, ως έχων άμεση σχέση με την Βάπτιση του Χριστού.

Η Εκκλησία δια των καταλλήλων ευχών και αναγνωσμάτων της καλεί το Άγιο Πνεύμα να χαριτώσει και να ευλογήσει τον όλο άνθρωπο κι ολόκληρη την κτίση.

Εδώ θα πρέπει να ξεκαθαρίσομε ότι, η νηστεία της παραμονής των Θεοφανίων έχει καθιερωθεί για την μεγάλη αυτή γιορτή κι όχι για να πιούμε από τον Μεγάλο Αγιασμό.

Επειδή τις προηγούμενες μέρες από τα Χριστούγεννα και μετά επιτρέπεται η κατάλυση όλων των τροφών λόγω του 12 ημέρου και του  πανηγυρικού χαρακτήρα των, γι αυτό καθιερώθηκε η νηστεία της παραμονής των Θεοφανίων για να τιμήσομε την μεγάλη αυτή Δεσποτική γιορτή και συγχρόνως να πιούμε το λεγόμενο αγίασμα, δηλαδή από το αγιασμένο νερό του Μεγάλου Αγιασμού.

Η διαφορά τώρα με τον Μικρό Αγιασμό, που γίνεται την παραμονή των Θεοφανίων ή την πρώτη μέρα κάθε μήνα ή στα εγκαίνια σπιτιών ή επιχειρήσεων είναι στις ευχές κι όχι προς Θεού στη χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Το Άγιο Πνεύμα και η χάρη Του είναι το ίδιο και στους δύο Αγιασμούς και δεν προσφέρεται με δόσεις.

Η σημασία των Μνημοσύνων στην Ορθόδοξη Εκκλησία

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Η Εκκλησία είναι σώμα Χριστού και την αποτελούμε ζώντες και κεκοιμημένοι.

Θεολογικά την Εκκλησία των ζώντων χριστιανών την λέμε Στρατευομένη και των κεκοιμημένων Θριαμβεύουσα.

Μεταξύ Στρατευομένης και Θριαμβέβουσας Εκκλησίας υπάρχει συχνή σχέση και επικοινωνία, αρκεί να θυμηθούμε, ότι στην προσκομιδή και όχι μόνο ο ιερέας μνημονεύει και τους κεκοιμημένους, αφού κατά τον απόστολο Παύλο «είτε ζώμεν είτε αποθνήσκομεν, του Κυρίου εσμέν».

Είναι λοιπόν πολύ φυσιολογικό ως ορθόδοξοι να προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους και αυτοί για μας.

Άλλωστε δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε, ότι η ορθοδοξία είναι μια πίστη, που συνεχώς προσεύχεται και συμμετέχει στη Λατρεία ο πιστός.

Είναι δηλαδή καθαρά Λειτουργική και Λατρεύουσα πίστη.

Δεν πρέπει ακόμα να ξεχνάμε, ότι τους αγίους τους γιορτάζομε όχι την ημέρα που γεννιούνται, αλλά την ημέρα που φεύγουν από τον κόσμο αυτό για την αιωνιότητα, γιατί αυτή η ημέρα θεωρείται γενέθλιος στη Βασιλεία του Θεού.

Για όλους αυτούς τους λόγους έχομε τα Μνημόσυνα, που είναι για μας μνήμη, προσευχή, παράκληση, επικοινωνία, προσδοκία ανάστασης.

Έχομε τα 3ήμερα, που συμβολίζουν την Αγία Τριάδα, τα 9μερα, που συμβολίζουν τα εννέα Τάγματα των Αγγέλων, τα Σαράντα, γιατί ο Χριστός μας για σαράντα ημέρες πριν την Ανάληψη Του, έκανε αναστάσιμες εμφανίσεις, τα τρίμηνα, τα εξάμηνα και τα εννεάμηνα, που είναι πολλαπλάσια του τρία, που όπως τονίσαμε συμβολίζει την Αγία Τριάδα.

Και φτάνομε στα χρόνια, που ο λαός μας το λέει «συναπάντημα» και μπορούμε να το επαναλαμβάνομε κάθε χρόνο.

Παλαιότερα τα Μνημόσυνα γινόντουσαν μόνο Σάββατο, γιατί αυτή η ημέρα είναι αφιερωμένη στους κεκοιμημένους.

Καθιερώθηκε να γίνονται και την Κυριακή- αν και είναι η ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου- για λόγους καθαρά πρακτικούς και αναγκαίους, γιατί κυρίως την Κυριακή εκκλησιάζεται το πλήρωμα της εκκλησίας.

Ας μην ξεχνάμε, ότι η Κυριακή εκτός από ημέρα της Αναστάσεως, αντικατέστησε την έβδομη ημέρα της δημιουργίας και χαρακτηρίζεται ακόμη ως «ογδόη» ημέρα της Βασιλείας του Θεού, δηλαδή αντίτυπο και πραγματικότητα της αιωνιότητος, που ξεκινά από αυτό τον κόσμο μέσα από την Λειτουργική και Μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, που είναι ο παρατεινόμενος Χριστός στους αιώνες.

Σύντομη ερμηνεία της «Κυριακής Προσευχής» του γνωστού μας «Πάτερ ἡμῶν»

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

 «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου, γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς».

Πατέρα μας που είσαι στους ουρανούς εκτός από τη γη, ας είναι αγιασμένο το όνομα Σου, ας γίνει πραγματικότητα και στη γη η Βασιλεία Σου, όπως είναι εκεί ψηλά που βρίσκεσαι στους ουρανούς.

«Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον· καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν».

Την καθημερινή τροφή, που έχομε ανάγκη δώσε μας.

Και συγχώρεσε τις αμαρτίες μας, όπως κι εμείς πρέπει να συγχωρούμε τις αμαρτίες των συνανθρώπων μας.

Η λέξη «άρτος» μπορεί να ερμηνευθεί ως η Θεία Κοινωνία του Τιμίου Σώματος και Αίματος του Χριστού μας, γιατί στα ιερά Ευαγγέλια ονομάζεται και ως άρτος ο εκ του ουρανού καταβάς.

«καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ».

Και μη μας βάλεις σε πειρασμό, αλλά απάλλαξε μας από τις επιρροές του διαβόλου.

Μετά εκφωνεί ο ιερέας:

«ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα, τοῦ Πατρός καί τοῦ Υιού καί τοῦ Αγίου Πνεύματος, νῦν καί  αεί καί  εἰς τοὺς αἰῶνας. Αμήν.

Σε σένα ανήκει η αιώνια Βασιλεία, η δύναμη και η δόξα ως Τριαδικού Θεού, τώρα και πάντοτε και εις τους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Την ανωτέρω προσευχή την λέμε «Κυριακή προσευχή», γιατί μας την παρέδωσε ο ίδιος ο Χριστός, απαντώντας στο αίτημα των μαθητών, πως πρέπει να προσεύχονται.

Όσον αφορά την λέξη «Αμήν» είναι Εβραϊκή κι όταν βρίσκεται στην αρχή της πρότασης, εκφράζει βεβαιότητα και στο τέλος την επιθυμία ικανοποίησης αυτών που αιτούμεθα ή ζητάμε από τον Τριαδικό Θεό.

Σύντομη ερμηνεία του Συμβόλου της πίστεως του γνωστού «Πιστεύω»

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

1. Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητὴν οὐρανοῦ καὶ γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καὶ ἀοράτων.

    Πιστεύω σ’ ένα Θεό, που είναι Πατέρας, που εξουσιάζει τα πάντα, που δημιούργησε τον ουρανό και τη γη, αυτά που βλέπομε κι όλα που δεν βλέπομε.

2. Καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὸν μονογενῆ, τὸν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων· φῶς ἐκ φωτός, Θεὸν ἀληθινὸνἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι’ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο.

    Και εις ένα Κύριο Ιησού Χριστό, τον γιό του Θεού, που είναι μονογενής, δηλαδή μόνο αυτός γεννήθηκε από τον Πατέρα, πριν ακόμα αρχίσει να μετρά ο χρόνος, που είναι φως από το φως, Θεός αληθινός, που γεννήθηκε από τον αληθινό Θεό, δεν είναι δημιούργημα-κτίσμα, και είναι της ίδιας Ουσίας με τον Πατέρα και διά του οποίου τα πάντα δημιουργήθηκαν.

3. Τὸν δι’ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα.

    Για μας τους ανθρώπους και για τη δική μας σωτηρία, κατέβηκε από τους ουρανούς και πήρε την ανθρώπινη σάρκα, δηλαδή έγινε και άνθρωπος με την επέμβαση του Αγίου Πνεύματος και την συμβολή της Παναγίας μητέρας Του, της Θεοτόκου-Παναγίας.

4. Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἡμῶν ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου, καὶ παθόντα καὶ ταφέντα.

    Που σταυρώθηκε για τη σωτηρία μας επί κυβερνήτου της Ιουδαίας Ποντίου Πιλάτου, που πέρασε από πάθη και πέθανε και ετάφη.

5. Καὶ ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρα κατὰ τὰς Γραφάς.

    Και αναστήθηκε την Τρίτη ημέρα, σύμφωνα με τις γραφές.

6. Καὶ ἀνελθόντα εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός.

    Και ανέβηκε στους ουρανούς και κάθισε στα δεξιά του Πατέρα.

7. Καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος.

    Και πάλι θα έρθει αυτή τη φορά με την ουράνια δόξα Του για να κρίνει ζωντανούς και νεκρούς και του οποίου η βασιλεία δεν θα έχει τέλος.

8. Καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ κύριον, τὸ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν.

    Πιστεύω και στο Πνεύμα το Άγιο που είναι Κύριο, που δημιουργεί ζωή, και το οποίο εκπορεύεται-πηγάζει από τον Πατέρα και το οποίο δοξάζεται και προσκυνείται μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό,  και για το οποίο μίλησαν οι προφήτες.

9. Εἰς μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν.

    Πιστεύω σε μία Εκκλησία, αφού ένας είναι ο Χριστός. Αγία, γιατί Άγιος είναι ο Ιδρυτής της Χριστός. Καθολική, γιατί έχει όλη την αλήθεια και απευθύνεται σ’ όλη την ανθρωπότητα. Αποστολική, γιατί επεκτάθηκε και στερεώθηκε από τους αποστόλους του Χριστού.

10. Ὁμολογῶ ἓν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.

    Πιστεύω και ομολογώ σ’ ένα Βάπτισμα, που συγχωρούνται όλες οι αμαρτίες.

11. Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν.

    Περιμένω και πιστεύω στην ανάσταση των νεκρών.

12. Καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.

Ἀμήν.

    Μαζί με την ανάσταση πιστεύω και στην αιωνιότητα, γιατί πίστη στον Σταυρωμένο και Αναστημένο Χριστό, σημαίνει αιώνια ζωή.

    Είθε όλα αυτά να γίνουν.

Ορθοδοξία και Ησυχαστική Θεολογία

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Ορθοδοξία σημαίνει από τη μια πλευρά το σωστό δόγμα, η σωστή διδασκαλία της εκκλησίας, που πάντα υπηρέτησε και υπηρετεί την αλήθεια του Θεού της Αποκάλυψης, κι από την άλλη τη σώζουσα δοξολογία και λατρεία Του, που λαμβάνει χώρα στη Λειτουργική και Μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας και συνεχίζεται με την αδιάλειπτη προσευχή.

Η Ορθοδοξία ποτέ δεν υποστήριξε, ότι τα ξέρει όλα για το Θεό, ποτέ δεν προσπάθησε να τον «εξαντλήσει» με λόγια και σχολαστικά κριτήρια, και ποτέ δεν υποτίμησε την ανθρώπινη λογική, αλλά την τοποθέτησε στα σωστά όρια της.

Γι αυτό και υποστηρίζει, ότι η διαφορά του Άκτιστου Θεού με τον κτιστό άνθρωπο είναι μεγάλη. Αυτό όμως δεν κάνει τον Τριαδικό Θεό της Αποκάλυψης, απρόσιτο δηλαδή απλησίαστο στον κτιστό, δηλαδή στον δημιουργημένο άνθρωπο.

Κι αυτό γιατί φροντίζει ο ίδιος ο Θεός με τις Άκτιστες, αλλά μεθεκτές ενέργειες Του να κατεβαίνει στον πιστό άνθρωπο, που αγωνίζεται μέσα στην Εκκλησία κατά των παθών του, για να έρθει ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος και χάριτι Θεού ο δοξασμός, δηλαδή η θέωση-αγιότητα.

Όταν μιλάμε για τις Άκτιστες ενέργειες του Τριαδικού Θεού, εννοούμε ότι κάνει για να πλησιάσει τον άνθρωπο, δηλαδή μια ακόμα Αποκάλυψη-φανέρωση Του, ένα σημείο-θαύμα ή ακόμα κι ένα όνειρο.

Για όλους αυτούς τους λόγους η ορθοδοξία είναι Ησυχαστική, δηλαδή συνεχώς λατρεύουσα και προσευχόμενη προς τον Τριαδικό Θεό.

Το αδιαλείπτως προσεύχεσθε είναι η ταυτότητα και η ίδια η υπόσταση της.

Αυτή την προσευχομένη θεολογία τη χρωστάμε και στους αγώνες του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, καθώς και στους ησυχαστές μοναχούς του Αγίου Όρους, που με τους αγώνες και τις θυσίες τους τον 14ο αιώνα, διεφύλαξαν την γνησιότητα και ακεραιότητα της Ορθοδοξίας μας από τον κίνδυνο να γίνει ένα «κατασκεύασμα» του κόσμου τούτου.

Το τρισδιάστατο νόημα της Κυριακής

του  Νικολάου Χ. Χριστοδουλάκη, θεολόγου – συγγραφέα

Κάθε ορθόδοξος πιστός πρέπει να ξέρει και να ζει την μεγάλη σημασία της Λειτουργικής και Μυστηριακής ζωής της Εκκλησίας.

Γι’  αυτό και είναι απαραίτητος ο λεγόμενος Εκκλησιασμός, δηλαδή να συμμετέχουμε στη ζωή της Εκκλησίας, που στα πλαίσια του Λειτουργικού χρόνου συνεχώς γιορτάζει τον Χριστό, την Παναγία και τους Αγίους.

Δεν είναι τυχαίο, που ο μεγάλος Πατέρας και άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος χαρακτηρίζει τις γιορτές της Εκκλησίας ως εισαγωγή στην αιωνιότητα, που για μας τους Ορθοδόξους ξεκινά απ’ αυτήν εδώ ακόμα την ζωή.

Ιδιαιτέρως τις Κυριακές είναι αδιανόητο να μην εκκλησιαζόμαστε, αφού είναι η ημέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, γι’ αυτό και πήρε τα’ όνομα του ως η πρώτη μέρα της εβδομάδος.

Επιπλέον δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε, ότι κάθε Κυριακή γιορτάζομε την Ανάσταση του Χριστού.

Δεν γίνεται λοιπόν να γιορτάζομε την ανάσταση του Χριστού και να αμελούμε τον Κυριακάτικο Εκκλησιασμό για να κοιμηθούμε λίγες ώρες παραπάνω.

Πρέπει ακόμη να ξέρομε, ότι θεολογικά η Κυριακή είναι η ημέρα της Αναδημιουργίας, μια και αντικατέστησε το Σάββατο της Παλαιάς Διαθήκης, αφού η Ανάσταση του Χριστού έκανε καινά (καινούργια) τα πάντα στη ζωή και στην κτίση.

Δεν φτάνει λοιπόν να λέμε, είμαι καλός άνθρωπος, δεν έχω πειράξει κανένα, βοηθώ τους συνανθρώπους μου, αλλά δεν είναι απαραίτητο να εκκλησιάζομαι συχνά, αφού στις μεγάλες γιορτές πηγαίνω στην Εκκλησία.

Η Ορθοδοξία μας πρώτιστα και καίρια είναι Λειτουργική πίστη.

Τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν γίνεται να φτάσω στη θέωση ή αγιότητα, αφού περάσω το πρώτο στάδιο των παθών κι έρθω στο δεύτερο με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, όπως μας λένε οι Πατέρες, αν δεν συμμετέχω ενεργά στη Λατρεία της Εκκλησίας.

Στην εκκλησία πηγαίνομε για τον Χριστό, την Παναγία και τους αγίους μας και βεβαίως για την σωτηρία της ψυχής μας, που κατά τον Μεγάλο Βασίλειο είναι «πράγμα αθάνατο».

Σημειωτέον, ότι για την Ορθοδοξία ψυχή και σώμα πηγαίνουν μαζί, όπως η Αγία Γραφή και η Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας.