Αφιέρωμα για τα 80 χρόνια από τη Μάχη της Κρήτης

Ακριβώς 80 χρόνια συμπληρώνονται τούτες τις μέρες, από τη Μάχη της Κρήτης. Με αυτήν την ονομασία έμεινε στην ιστορία η αεραποβατική επιχείρηση της ναζιστικής Γερμανίας κατά της Κρήτης, στις 20 Μαΐου του 1941 και η οποία έληξε δώδεκα μέρες αργότερα, την 1η Ιουνίου με την κατάληψη του νησιού μας.

Πριν λίγο καιρό στάλθηκαν, με προορισμό τα Χανιά, από απογόνους βετεράνων από την Αυστραλία, περισσότερες από 2.500 παπαρούνες για να τοποθετηθούν στα μνήματα των νεκρών της Μάχης της Κρήτης στο «Συμμαχικό Νεκροταφείο της Σούδας». Οι παπαρούνες, ως σύμβολο μνήμης των νεκρών για τη Βρετανία και τις χώρες της Κοινοπολιτείας, προορίζονταν να χρησιμοποιηθούν στα πλαίσια των εκδηλώσεων για τα 80 χρόνια από τη Μάχη της Κρήτης.

Η μάχη της Κρήτης ήταν μια από τις σημαντικότερες μάχες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. 

…οι Κρητικοί, σκληροί τρανόθωροι πολεμιστές, άρπαξαν τα μαχαίρια,τα τσεκούρια, τα τουφέκια, τα δρεπάνια και έστησαν κάστρα άμυνας, πολεμίστρες τιμής…

(απόσπασμα από την ωδή στη Μάχη της Κρήτης του Μπάμπη Πραματευτάκη σε ποίηση Δημήτρη Αετουδάκη)

Με την ονομασία αυτή έμεινε στην ιστορία η αεραποβατική επιχείρηση, που επιχείρησε η Ναζιστική Γερμανία κατά της Κρήτης στις 20 Μαΐου 1941 και η οποία έληξε δώδεκα μέρες μετά, την 1η Ιουνίου, με την κατάληψη της Μεγαλονήσου. Ήταν μία από τις σημαντικότερες μάχες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με πολλές πρωτιές σε επιχειρησιακό επίπεδο.

Γερμανοί αλεξιπτωτιστές πάνω από την Κρήτη

Η απόφαση για την επίθεση στην Κρήτη ελήφθη από το Χίτλερ στις 25 Απριλίου 1941, λίγες μέρες μετά την παράδοση της ηπειρωτικής Ελλάδας στις δυνάμεις του Άξονα, και έλαβε την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Ερμής» («Unternehmen Merkur»). Ήταν αμυντική και όχι επιθετική επιχείρηση, όπως αποδείχθηκε αργότερα. Οι Γερμανοί είχαν ως στόχο να εξασφαλίσουν τα νοτιοανατολικά τους νώτα, ενόψει της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα (Εκστρατεία στη Ρωσία) και να εξορμήσουν στη Βόρεια Αφρική, με εφαλτήριο την Κρήτη, όπως πίστευαν οι Σύμμαχοι.

Τις παραμονές της επίθεσης, οι Σύμμαχοι είχαν τακτικό πλεονέκτημα σε ξηρά και θάλασσα, ενώ οι Γερμανοί στον αέρα. Έτσι, το γερμανικό επιτελείο αποφάσισε να διεξαγάγει την επιχείρηση από αέρος με τη χρησιμοποίηση δυνάμεων αλεξιπτωτιστών σε ευρεία κλίμακα, για πρώτη φορά στην παγκόσμια στρατιωτική ιστορία. Επικεφαλής των γερμανικών δυνάμεων τέθηκε ο πτέραρχος Κουρτ Στούντεντ, 51 ετών, βετεράνος πιλότος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Είχε στη διάθεσή του 1190 αεροπλάνα (πολεμικά και μεταγωγικά) και 29.000 άνδρες (αλεξιπτωτιστές και πεζικάριους), ενώ οι Ιταλοί θα συνεισέφεραν 3.000 στρατιώτες.

Την Κρήτη υπερασπίζονταν όσοι έλληνες στρατιώτες είχαν παραμείνει στο νησί και δυνάμεις της Βρετανικής Κοινοπολιτείας (Βρετανοί, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί στρατιωτικοί), που είχαν διεκπεραιωθεί από την κατεχόμενη Ελλάδα. Το γενικό πρόσταγμα είχε ο νεοζηλανδός στρατηγός Μπέρναρντ Φράιμπεργκ, 52 ετών, βετεράνος και αυτός του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι υπερασπιστές της Μεγαλονήσου ανήρχοντο σε περίπου 40.000, αλλά είχαν ανεπαρκή και απαρχαιωμένο οπλισμό, ιδίως οι Έλληνες.

Στην περιοχή των Χανίων είχε εγκατασταθεί ο Βασιλιάς Γεώργιος Β’ και η εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση υπό τον Εμμανουήλ Τσουδερό. Οι Σύμμαχοι γνώριζαν με μεγάλες λεπτομέρειες το γερμανικό σχέδιο επίθεσης, αφού είχαν κατορθώσει για πρώτη φορά να σπάσουν του γερμανικό κώδικα επικοινωνιών («Επιχείρηση Αίνιγμα»). Όμως, το πλεονέκτημα αυτό δεν το εκμεταλλεύτηκαν, εξαιτίας των διαφωνιών του Φράιμπεργκ με τους ανωτέρους του στο Λονδίνο. Οι Αμερικανοί δεν είχαν εισέλθει ακόμη στον Πόλεμο.

Η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε στις 8 το πρωί της 20ης Μαΐου 1941, με τη ρίψη αλεξιπτωτιστών σε δύο μέτωπα: στο αεροδρόμιο του Μάλεμε και στην ευρύτερη περιοχή των Χανίων. Τα πρώτα κύματα των αλεξιπτωτιστών ήταν εύκολη λεία για τους Νεοζηλανδούς και τους Έλληνες που υπεράσπιζαν το Μάλεμε. Στις μάχες έλαβε μέρος και μεγάλος αριθμός αμάχων με ό,τι όπλο είχε στη διάθεσή του, από μαχαίρια ως όπλα από την εποχή της Κρητικής Επανάστασης.

Οι Γερμανοί δεν υπολόγισαν τη συμμετοχή αμάχων στις επιχειρήσεις. Η συμμετοχή χιλιάδων αμάχων στις επιχειρήσεις ήταν ένας παράγων που δεν είχαν υπολογίσει οι γερμανοί σχεδιαστές της επιχείρησης. Πίστευαν ότι οι Κρητικοί, γνωστοί για τα αντιμοναρχικά τους αισθήματα, θα υποδέχονταν τους Γερμανούς ως ελευθερωτές. Μία ακόμη λανθασμένη εκτίμηση της γερμανικής αντικατασκοπείας υπό τον ναύαρχο Βίλχελμ φον Κανάρις ήταν ο αριθμός των μαχητών στην Κρήτη, τους οποίους υπολόγιζαν σε μόνο 5.000 άνδρες.

Στις 4 το απόγευμα της 20ης Μαΐου ένα νέο κύμα αλεξιπτωτιστών έπεσε στο Ρέθυμνο και μία ώρα αργότερα στο Ηράκλειο. Τώρα, οι μάχες διεξάγονταν σε τέσσερα μέτωπα: Χανιά, Μάλεμε, Ρέθυμνο και Ηράκλειο. Η πρώτη μέρα της Μάχης της Κρήτης έληξε με μεγάλες απώλειες για τους Γερμανούς και αβέβαια έκβαση. Ο διοικητής των γερμανικών δυνάμεων, πτέραρχος Κουρτ Στούτεντ, απογοητευμένος από την εξέλιξη των επιχειρήσεων, σκέφθηκε ακόμη και την αυτοκτονία, αναλογιζόμενος την υπόσχεση που είχε δώσει στον Φύρερ για μια εύκολη νίκη. Το βράδυ της ίδιας μέρας, μετά από μεγάλες περιπέτειες, ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ και η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση μεταφέρθηκαν με βρετανικό πολεμικό στην Αίγυπτο.

Από τα ξημερώματα της 21ης Μαΐου οι μάχες συνεχίσθηκαν με ιδιαίτερη σφοδρότητα και στα τέσσερα μέτωπα. Οι Γερμανοί επικεντρώθηκαν στην κατάληψη του αεροδρομίου του Μάλεμε, όπως ήταν ο πρωταρχικός τους στόχος και τα κατάφεραν προς το τέλος της ημέρας. Επωφελήθηκαν από την ασυνεννοησία στις τάξεις των Συμμάχων, αλλά υπέστησαν και πάλι μεγάλες απώλειες.

Η κατάληψη του αεροδρομίου ήταν στρατηγικής σημασίας για την εξέλιξη των επιχειρήσεων. Οι Γερμανοί άρχισαν να μεταφέρουν μεγάλες δυνάμεις από την Ελλάδα και με τον σύγχρονο οπλισμό που διέθεταν ήταν θέμα χρόνου η κυριαρχία τους στη Μεγαλόνησο. Στις 28 Μαΐου οι Γερμανοί είχαν απωθήσει τις συμμαχικές δυνάμεις προς τα νότια, καθιστώντας τον αγώνα τους μάταιο. Έτσι, το Λονδίνο αποφάσισε την απόσυρση των δυνάμεων της Κοινοπολιτείας από την Κρήτη και τη μεταφορά τους στην Αίγυπτο. Όσες μονάδες δεν τα κατάφεραν, παραδόθηκαν στους Γερμανούς. Πολλοί Έλληνες μαχητές και μαζί τους 500 Βρετανοί ανέβηκαν στα απρόσιτα βουνά της Κρήτης για να συνεχίσουν τον αγώνα. Την 1η Ιουνίου, με την παράδοση 5.000 μαχητών στα Σφακιά, έπεσε η αυλαία της Μάχης της Κρήτης.

Οι απώλειες για τους Συμμάχους ήταν: 3.500 νεκροί, 1.900 τραυματίες και 17.500 αιχμάλωτοι. Οι Γερμανοί, σύμφωνα με δικά τους στοιχεία, είχαν 3.986 νεκρούς και αγνοούμενους, 2.594 τραυματίες, ενώ έχασαν 370 αεροπλάνα. Σύμφωνα, όμως, με συμμαχικούς υπολογισμούς, οι γερμανικές απώλειες ξεπέρασαν τις 16.000.

Η Μάχη στην Κρήτη ονομάστηκε και «Νεκροταφείο των γερμανών αλεξιπτωτιστών», εξαιτίας των μεγάλων απωλειών τους, γεγονός που ανάγκασε τον Χίτλερ να διατάξει τον τερματισμό κάθε αεραποβατικής επιχείρησης στο μέλλον. Από την πλευρά τους, οι Σύμμαχοι εντυπωσιάστηκαν από τις μεγάλες δυνατότητες των αλεξιπτωτιστών στη μάχη και δημιούργησαν τις δικές τους αεραποβατικές δυνάμεις.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/267

Ο κύριος Γιώργος Α. Καλογεράκης γράφει σχετικά με την αντίσταση κατά την μάχη της Κρήτης: 

Ο Μαρινοστρατής από το χωριό Σκορδαλού Χανίων, στην κοιλάδα του Αλικιανού αντιμετώπισε τους γερμανούς στη Μάχη της Κρήτης, έχοντας μοναδικό όπλο την «κατσούνα» του. Βλέποντας τον κάμπο του Αλκικιανού να «πλημμυρίζει» από τους αλεξιπτωτιστές, κατηφόρισε. Κατάφερε και εξουδετέρωσε με την κατσούνα του έναν πάνοπλο στρατιώτη του εχθρού. Τη σκηνή ζωγράφισε αργότερα ο καλλιτέχνης Αλέξανδρος Δρουδάκης, δίδοντας στο έργο του τον τίτλο: «Δεν την πατείτε εσείς μωρέ, την Κρήτη ανάθεμά σας».

«Δεν την πατείτε εσείς μωρέ, την Κρήτη ανάθεμά σας» Έργο Αλέξανδρου Δρουδάκη: Ο Μαρινοστρατής με την κατσούνα του, εξουδετερώνει έναν Γερμανό αλεξιπτωτιστή στον κάμπο του Αλικιανού

Από τότε ο πίνακας του Δρουδάκη με τον κρητικό και την κατσούνα του, ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο, προσθέτοντας μια άλλη διάσταση στη Μάχη της Κρήτης. Των πάνοπλων Γερμανών, που είχαν απέναντί τους Κρητικούς με τα παραδοσιακά τους όπλα, τις χουρχούδες, τις σπαθόβεργες, τα δρεπάνια, τα θρινάκια, τις κατσούνες και τις ντιχαλόβεργες. Η χουρχούδα από την κατσούνα διαφέρει στο μέγεθος του ξύλου. Της πρώτης είναι χοντρύτερο. Η ντιχαλόβεργα (ή χαχαλόβεργα) είναι κι αυτή από ξύλο και το μήκος της είναι μεγάλο. Η σπαθόβεργα είναι πολεμικό όπλο, ένα ξύλινο σπαθί που κατασκεύαζαν οι Κρητικοί και το χρησιμοποιούσαν στις παλαιότερες επαναστάσεις.

Τα δρεπάνια και τα θρινάκια είναι γεωργικά εργαλεία, χρήσιμα στο θέρισμα και το αλώνισμα των δημητριακών. Στην ερώτηση αν είναι μύθος η συμμετοχή των Κρητών στη μάχη της Κρήτης κρατώντας τα παραπάνω όπλα, όπως ορισμένοι ιστορικοί ισχυρίζονται, η απάντησή μας είναι όχι. Δεν είναι μύθος, είναι πραγματικότητα. Ο αγώνας των Κρητικών στη Μάχη της Κρήτης με «κατσούνες» και ό,τι άλλο πρόχειρο αγροτικό εργαλείο διέθεταν, δεν ήταν ένας μύθος.

Το χειρόγραφο του Στρατηγού Ιωάννου Σ. Αλεξάκη, με ημερομηνία Αθήνα 4 Νοεμβρίου 1952, επιβεβαιώνει τον οπλισμό των Κρητικών:

«…20-6- 1941. Ο ουρανός του Ηρακλείου εκαλήφθη από αεροπλάνα. Πολύχρωμες ομπρέλλες τα αλεξίπτωτα κατέρχονται ήρεμα…

Από τα χωριά της υπαίθρου οι Κρητικοί παρακολουθούν το θέαμα… Δεν άργησαν να αποφασίσουν… Από το Μαλεβύζι… Από το Τέμενος… Από την Πεδιάδα και τις ρίζες της Δίκτης… Αλλά και από τα πλέον απόμερα χωριά…

Οι Αρκαλοχωρίτες, συγκεντρωθέντες εξεκίνησαν εις το πλησίον χωρίον Αλιτζανήν. Ήσαν και αυτοί οπλισμένοι με ότι έκαστος ευρήκεν. Άλλοι με όπλα παλαιά, αλλά … χωρίς φυσίγγια. Άλλοι με κοπτερά εργαλεία (μανάρια, σκεπάρνια κλπ.) Άλλοι με χονδρές σπαθόβεργες και χουρχούδες…

Εις το μικρόν αυτό χωρίον, την Αλιτζανήν, διέμενεν ο τέως Στρατιωτικός Διοικητής Κρήτης, Στρατηγός Ι. Σ. Αλεξάκης, ασθενών από πολλών ημερών. Αφήκε την κλίνην και υπεδέχθη με συγκίνησιν την συνάθροισιν εκείνην των Αρκαλοχωριτών εις την οποίαν προσετέθησαν και οι ομοχώριοί του Αλιτζανιώται και άλλοι από τα γύρω χωριά. Από το τηλέφωνον του Σχολείου ο Στρατηγός επεκοινώνησε με τας υπηρεσίας Χωροφυλακής Καστελίου Πεδιάδος, Αγιών Παρασκιών και Αρχανών, με τας οποίας αντήλλαξε τας υπαρχούσης πληροφορίας και έδωκε την γνώμην του. Έδωκεν έπειτα οδηγίας και συμβουλάς εις τους περικυκλούντας αυτόν με ανυπομονησίαν οπλοφόρους: να σπεύσουν, αλλά με περίσκεψιν. Να προσπαθήσουν να επικοινωνήσουν με τον περί το Ηράκλειον στρατόν μας, Ελληνικόν και Αγγλικόν και να τον συντρέξουν, λαμβάνοντες εντολάς από τους Αξιωματικούς. Να επιζητούν κύκλωσιν των αλεξιπτωτιστών, τα πλευρά και τα νώτα των. Πρόκειται δηλαδή περί κλεφτοπολέμου. Οι πλείστοι ύστερον επέστρεψαν με γερμανικά λάφυρα: όπλα, αλεξίπτωτα και άλλα αντικείμενα…ª».

Ο Αντώνιος Λάμπρου Μαντακάκης ή Λαμπραντώνης, γεννήθηκε στο χωριό Διαβαϊδέ Ηρακλείου το 1856. Σαν μαθεύτηκε στο Διαβαϊδέ πως πέφτουν οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές να καταλάβουν το Ηράκλειο, έκπληκτοι οι Διαβαδιανοί είδαν το γέρο Λαμπραντώνη να κατεβαίνει από το «Μετόχι» που ήταν το σπίτι του προς την πλατεία του χωριού, κρατώντας έναν μπαλτά στον ώμο του.

-Πού πηγαίνεις; του φώναξαν οι χωριανοί που βρέθηκαν στην πλατεία.

-Πάω στη Χώρα γιατί ήμαθα ότι πέφτουνε γερμανοί.

Με μοναδικό όπλο έναν μπαλτά. Ένα μικρό αλλά κοφτερό εργαλείο για το κλάδεμα των ελαιοδένδρων. Ο Λαμπραντώνης το 1941 ήταν 85 ετών.

Είδαν κι έπαθαν οι κόρες του Μαρία (Δηλαβεράκη), Καδιανή (Δρακάκη) και Αικατερίνη (Μακράκη) να τον σταματήσουν.

Το πάθος και η ορμή της λευτεριάς, δεν εμπόδισε τους Κρητικούς να στραφούν εναντίον των αλεξιπτωτιστών, ακόμη κι αν δεν είχαν όπλα. Ο δεκαεφτάχρονος Γιάννης Μαυραντωνάκης, περιγράφει πως οι χωριανοί του Καστελλιανοί και ο ίδιος, ανέβηκαν σε ένα φορτηγό, άοπλοι, με προορισμό την Ανώπολη, εκεί που έπεφταν οι εχθροί: ´«Εγώ τον Οκτώβριο του 1940 που κηρρύσεται ο πόλεμος με την Ιταλία, είμαι μαθητής στην Ε΄ Γυμνασίου Καστελλίου και είμαι δεκαεφτά χρονών.

Έργο Μπότη Θαλασσινού. Κρητικός με όπλο τη χουρχούδα του στη Μάχη της Κρήτης

Τον Μάιο του 1941 ξεκίνησε η μεγάλη μάχη της Κρήτης. Η είδηση έφτασε στο Καστέλλι. Είμαστε στο Μεϊντάνι. Έρχεται ο Πρόεδρος ο Ξηρούχης και μας λέει:

-Ήντα κάθεστε μωρέ επαέ και κάνετε και δε πάτε να πολεμήσετε;

Και φύγαμε να πάμε να πολεμήσομε. Ένα αυτοκίνητο, του Καργιαντούλη το φορτηγό, εγέμισε Καστελλιανούς και επήγαμε στην Ανώπολη. Εκείνους που θυμούμαι είναι ο Γιώργος ο Πολεμαρχάκης, ο Κίμωνας, ο Έλληνας ο Αντώνης από την Πολυθέα, ετραυματίστηκε κιόλας αυτός. Είμαστε πολλοί. Θυμούμαι ότι κρεμόμαστε απ’έξω από την καρότσα του αυτοκινήτου. Άοπλοι. Θυμούμαι και το Γιώργη του παπά Νικόλη. Ήρθε μαζί μας στη μάχη. Και ο Μιχάλης ο Σταυρακάκης ο ανάπηρος. Όταν βρεθήκαμε μπροστά στο Λοχαγό τον Καλίνο, εμένα μ’έγραψε στο λόχο. Τον Μιχάλη δεν τον έγραψε. Κρατούσε το δεκανίκι. Στενοχωρήθηκε ο Μιχάλης. Ήτανε πατριώτης…».

Οι αλεξιπτωτιστές ρίχτηκαν σε τρεις νομούς της Κρήτης. Στα Χανιά ο πρώτος αλεξιπτωτιστής έπεσε τα ξημερώματα της 20ης Μαΐου 1941. Στο Ρέθυμνο στις δύο και μισή το μεσημέρι και στον νομό Ηρακλείου, ο πρώτος αλεξιπτωτιστής πέφτει ακριβώς στις τέσσερις παρά είκοσι το απόγευμα. Ο στόχος των επιδρομέων ήταν τα αεροδρόμια του Μάλεμε, της Πηγής Ρεθύμνου, του Ηρακλείου, καθώς και τα λιμάνια της Κρήτης. Πριν την πτώση των αλεξιπτωτιστών, είχαν προηγηθεί βομβαρδισμοί μεγάλης έντασης και διάρκειας, για να προετοιμαστεί η επιχείρηση.

Έργο Εμμανουήλ Θεοδοσάκη. Στη μάχη οι άοπλοι Κρητικοί χρησιμοποίησαν ακόμη και πέτρες

Ο Κρητικός, αδιαφορώντας για όλα τα σκληρά πιθανά μελλούμενα, πολέμησε ηρωικά ίσως και απερίσκεπτα, αλλά πάντα τίμια μπρος στις μεγάλες παραδόσεις του. Ήταν άοπλος, ανεφοδίαστος, αβοήθητος, χωρίς επιμελητεία, χωρίς ελπίδα. Κι όμως πολέμησε δέκα ολόκληρες μέρες με καρτερία αφάνταστη και με πείσμα απίστευτο.

Το ίδιο έκαναν και οι σύμμαχοι Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί και Άγγλοι. Όλοι ήταν γενναία παλικάρια. Κανείς δεν υστέρησε στον αγώνα. Η μάχη θα είχε άλλη τροπή, αν οι Κρητικοί ήταν οπλισμένοι. Γιατί τα όπλα από τις στρατιωτικές αποθήκες του νησιού είχαν μεταφερθεί στην ηπειρωτική Ελλάδα στη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Ας είχαν ένα όπλο!  ψέλλιζαν διαρκώς τα χείλη τους.

Ο ιστορικός Γιάννης Μουρέλλος γράφει: ´« …τραγικές σκηνές ήσαν για τους Κρητικούς οι στιγμές που αγωνιζόντανε να’βρουν ένα τουφέκι!  Μόνο οι μη Κρητικοί μπόρεσαν να καταλάβουν τι αξίζει το τουφέκι στα χέρια του Κρητικού και πόσο πολλαπλασιάζεται η αξία του, σαν το μεταχειρίζεται για να υπερασπίζεται την ελευθερία του…».

Οι Γερμανοί δεν μπορούσαν να δεχτούν αυτό που έβλεπαν τα μάτια τους. Άντρες γυναίκες και παιδιά, νέοι και γέροι, όλοι να τους πολεμούν. Ο ίδιος ο Στούντεντ χαρακτήρισε τους Κρήτες μαχητές στο βιβλίο του ως ´οπλισμένους καταδίκους φυλακών, ληστές και κλέφτες». Τους Κρητικούς που υπεράσπιζαν τη γη τους, τα σπίτια και τις περιουσίες, τους ναούς και τα νεκροταφεία, τα παιδιά τις γυναίκες και τους ηλικιωμένους γονείς, ο εγκληματίας Στούντεντ έβλεπε ως οπλισμένους καταδίκους φυλακών, ληστές και κλέφτες. Δεν αναρωτήθηκε άραγε πόσους κατάδικους κλέφτες και ληστές έχει η Κρήτη;  Οι χιλιάδες που πολεμούσαν τον «ανίκητο» στρατό του, όλοι ήταν κλέφτες κατάδικοι και ληστές;

Την 1η Ιουνίου 1941, οι Γερμανοί κατέλαβαν τελικά την Κρήτη. Οι απώλειες των στρατιωτών τους ήταν τρομαχτικές. Ο Στούντεντ και οι αξιωματούχοι του, αποφασίζουν να επιβάλουν τις ναζιστικός και φασιστικές βαρβαρότητες που ακολούθησαν. Εκτελέσεις, λεηλασία και πυρπόληση χωριών της Κρήτης. Τριάντα ομαδικές εκτελέσεις με εκατοντάδες νεκρούς και πυρπόληση πέντε χωριών. Κάντανος, Σκηνές και Αγυιά στον νομό Χανίων, Αστέρι και Άδελε στον νομό Ρεθύμνου.

Για να δικαιολογήσουν τα ανοσιουργήματά τους, (σοβαρά εγκλήματα πολέμου), έπλασαν τον μύθο του κακοποιημένου νεκρού στρατιώτη τους. Ισχυρίστηκαν ότι οι νεκροί αλεξιπτωτιστές κακοποιήθηκαν από τους Κρητικούς. Ένα εφεύρημα του Γκαίμπελς, υπουργού προπαγάνδας του Χίτλερ. Τύπωσαν ανακοινώσεις και τις σκόρπισαν με αεροπλάνα σε όλη την Κρήτη. Η ανακοίνωση έλεγε:

«ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Επληροφορήθην ότι Γερμανοί στρατιώται, οι οποίοι περιθήλθαν εις χείρας του εχθρού, εκακοποιήθησαν κατά τον αισχρότερον και απανθρωπότερον τρόπον. Ως εκ τούτου εξεδόθη η κάτωθι διαταγή προς αντεκδίκησιν:

1ον) Όποιος διαπράττει προς Γερμανούς αιχμαλώτους αντιθέτως προς το Διεθνές Δίκαιον, θα τιμωρηθή αμειλίκτως και κατά τον ίδιον τρόπον, είτε άνδρας είτε γυναίκα.

2ον) Εάν γίνονται τοιαύτα κακουργήματα πλησίον εις χωριά θα τα κατακαύσωμεν και οι κάτοικοι θα αναλάβουν υπ’ευθύνην των όλας τας συνεπείας.

3ον) Περί τούτων θα επιφυλαχθούν εις αυτούς και άλλα αυστηρότερα μέτρα αναταμοιβής.

Η ΑΝΩΤΑΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ»

Αεροδρόμιο Μάλεμε, Μάιος 1941. Φωτογραφία από το αρχείο του Ιταλού Paolo Martzioli.

Απώλειες στη Μάχη της Κρήτης των Γερμανών εισβολέων: 1.990 νεκροί, 2.600 τραυματίες και 1.995 αγνοούμενοι (οι περισσότεροι αγνοούμενοι ταυτοποιήθηκαν ως νεκροί). 220 κατεστραμμένα γερμανικά αεροπλάνα και 150 με σοβαρότατες ζημιές.

    Μια μέρα σαν τη σημερινή, πριν από 80 χρόνια, ξεκίνησε να γράφεται μια από τις λαμπρότερες σελίδες της ιστορίας του σύγχρονου Ελληνισμού και ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά από την κατάληψη της ηπειρωτικής Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα, στο στόχαστρο των κατακτητών μπήκε η λεβεντογέννα Κρήτη. Καθώς τα παλικάρια της που είχαν πολεμήσει ηρωικά στο Αλβανικό μέτωπο δεν είχαν προλάβει να επιστρέψουν για να υπερασπιστούν το νησί, ο ιερός αγώνας υπέρ βωμών και εστιών έγινε υπόθεση όλου του Κρητικού λαού.

 Αυτός ο περήφανος αγώνας για την ελευθερία και την αξιοπρέπεια, και ο βαρύτατος φόρος αίματος τον οποίο πλήρωσαν οι πρόγονοί μας, συνιστούν για όλους εμάς σήμερα υψηλή παρακαταθήκη και ιστορικό χρέος ταυτόχρονα. Η θυσία τους αποτελεί πολύτιμο φάρο, ο οποίος φωτίζει τον δρόμο μας και μας υποδεικνύει με ποιες αρχές και αξίες οφείλουμε να πορευόμαστε. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να τιμήσουμε τους ήρωες προγόνους μας από το να συντονίσουμε τον βηματισμό μας προς την κατεύθυνση που μας υπέδειξαν με το παράδειγμά τους. Διατηρώντας δηλαδή την ενότητα μεταξύ μας, την πίστη μας στις πατροπαράδοτες αξίες και το θυσιαστικό φρόνημα για την υπεράσπισή τους, όποτε κριθεί αναγκαίο.