Τρεις Ιεράρχες

Ἡ Ἐκκλησία σήμερα, ἀγαπητοί εκπαιδευτικοί, παιδιά και ἀδελφοί μου, συνεορτάζει καί τιμᾶ τή μνήμη τριῶν ἀπό τά παιδιά της, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν ἐξέχουσες μορφές καί οὐρανομήκεις προσωπικότητες μέσα στόν Ἐκκλησιαστικό στίβο. Πρόκειται γιά τούς Βασίλειο τό Μέγα, Ἰωάννη τό Χρυσόστομο καί Γρηγόριο τό Θεόλογο.  Ὁ Βασίλειος διακρινόταν γιά τήν πλατειά μόρφωσή του, γιατί σπούδασε καί κατεῖχε ὅλες τίς ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς του.  Ὁ Γρηγόριος ἦταν βαθύς γνώστης τῶν Γραφῶν καί ὁ Ἱωάννης ὁ Χρυσόστομος δεινός ρήτορας.  Γιά τοῦτο τούς δόθησαν τά ἀνάλογα προσωνύμια, Μέγας, Θεολόγος και  Χρυσόστομος

Αὐτοί γεννήθησαν, ἔζησαν, μεγάλωσαν καί ἔδρασαν τόν τέταρτο αἰῶνα, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ὁ χρυσοῦς αἰῶνας τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.  Ἀπό πλευρᾶς καταγωγῆς προέρχονταν ἀπό ἀριστοκρατικές οἰκογένειες, οἱ ὁποῖες διεκρίνοντο γιά τόν ὑλικό τους πλοῦτο, τή μόρφωση, ἀλλά καί τίς ὡραῖες πνευματικές καί θρησκευτικές καταβολές.  Ὁ πατέρας τοῦ Βασιλείου, Βασίλειος ἦταν ρήτορας, δηλαδή δικηγόρος, ὁ πατέρας τοῦ Γρηγορίου, Γρηγόριος ἦταν Ἐπίσκοπος καί ὁ πατέρας τοῦ Ἰωάννη, Σεκοῦνδος ἦταν στρατιωτικός.  Παράλληλα οἱ μητέρες τους Ἐμμελεία, Νόνα καί Ἀνθοῦσα ἦσαν μορφές, οἱ ὁποῖες ἀνέδιδαν ἁγιότητα.  Αὐτές ἀνέθρεψαν τά παιδιά τους «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου».

 Οἱ τρεῖς αὐτοί οἰκουμενικοί ἄνδρες μορφώθησαν πολύ στίς τότε κοσμικές σχολές τῶν σπουδαιοτέρων κέντρων τοῦ κόσμου, ὅπως Καισάρεια, Ἀθήνα, Ἀλεξάνδρεια και Ἀντιόχεια.  Μέχρι τότε δέν ὑπῆρχαν θεολογικές σχολές, ὅπως τίς γνωρίζουμε σήμερα.  Πρέπει νά ἀναφερθῆ ὅτι ἡ μόρφωσή τους δέν περιοριζόταν στήν καλλιέργεια τοῦ νοῦ μόνο, ἀλλά ἀναφερόταν καί στήν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς. 

Οἱ ἐτήσιοι ἑορτασμοί τῆς μνήμης τους λαμβάνουν χώρα γιά νά  ἐξάρουν τήν προσφορά τῶν   ξεχωριστῶν αὐτῶν προσωπικοτήτων στά Ἑλληνικά καί Χριστιανικά γράμματα.  Ὁ κοινός ἑορτασμός τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν προέκυψε ἀπό σειρά συζητήσεων καί φιλονικειῶν μεταξύ τῶν χριστιανῶν τοῦ 11ου αἰῶνος, οἱ ὁποῖοι, ὅταν βασίλευε ὁ Ἀλέξιος Γ΄ ὁ Κομνηνός, εἶχαν χωρισθεῖ σέ ὁμάδες καί εἶχαν ἐγκολπωθεῖ ἑκάστη ἕναν ἀπό τούς τρεῖς, τόν ὁποῖο ἑκάστη ὁμάδα προέβαλλε καί ἰσχυριζόταν ὅτι ὑπερεῖχε τῶν ἄλλων δύο.    

 Ὁ τότε Μητροπολίτης ἔλυσε τίς δυσκολίες αὐτές φανερώνοντας ὅτι ἀπό ὄνειρο, πού εἶχε, τούς εἶδε νά ἀπολαμβάνουν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐξίσου τήν ἴδια τιμή καί δόξα.  Ἔτσι τό πρόβλημα ξεπεράστηκε καί οἱ ἄνθρωποι εἰρήνευσαν.  Ὁ ἴδιος συνέταξε τούς ὕμνους τῆς κοινῆς ἀκολουθίας, ἡ ὁποία καθιερώθη.  Αὐτός ὁ ἑορτασμός ἀποτελοῦσε γιά κάποιους αἰῶνες ἕνα εἶδος ἐθνικοῦ ἑορτασμοῦ τῶν Ἑλλήνων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. 

Οἱ ἑορτασμοί σταμάτησαν μέ τήν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ἀναβίωσαν μετά τήν ἀπελευθέρωση, τήν ὁποία ἔφερε ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση τό 1821 καί νέα Ἑλληνικῆ πολιτεία.  Ὁ πρῶτος ἑορτασμός ἔλαβε χώρα στό Ἐθνικό καί Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο τῶν Ἀθηνῶν τό  ἔτος1832.

Ἡ Ἐκκλησία, βέβαια, ἐκτός τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ, τιμᾶ τούς ἰδίους τήν ἡμέρα τοῦ θανάτου τους, μαζί μέ τίς Ἁγίες μητέρες τους, σέ ξεχωριστή ἡμερομηνία.  Ὁ Ἅγιος Βασίλειος κοιμήθηκε τήν 1η τοῦ μηνός Ἰανουαρίου.  Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος κοιμήθηκε, τήν 25η Ἰανουαρίου καί ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τή 14η Σεπτεμβρίου.  Ἡ μνήμη ὅμως τοῦ τελευταίου ἕνεκα τῆς ἑορτῆς τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μεταφέρθηκε καί τελεῖται στίς 13 Νοεμβρίου. 

Οἱ Ἅγιοι αὐτοί Ἱεράρχες λειτουργοῦσαν, ἔγραφαν, ἔψαλλαν καί μιλοῦσαν ἑλληνικά.  Ἀπό τή γραφίδα τους σώζονται κείμενα, δογματικά, ἀσκητικά, ποιητικά, ἑρμηνευτικά καί πλῆθος ἀλληλογραφίας.  Ἡ θεία Λειτουργία ἡ ὁποία τελεῖται κάθε Κυριακή  καί ἑορτή ἀποδίδεται στόν Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο.  Δέκα φορές τό χρόνο ὅμως, τελεῖται και ἡ θεία λειτουργία, ἡ ὁποῖα ἀποδίδεται στό Μέγα Βασίλειο. Όπως επίσης τά πύρινα κηρύγματα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου στό Ναό τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας κατετρόπωσαν τους ὀπαδούς τοῦ Ἀρείου καί ὕψωσαν τό ἠθικό τῶν Ὀρθοδόξων. 

Ἡ φήμη τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἀφοῦ ἔφθασε στήν Κωνσταντινούπολη, ὁδήγησε τόν Εὐτρόπιο νά μεταβεῖ στήν Ἀντιόχεια, νά τόν ἀπαγάγει καί νά τόν ἀναδείξει Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως.  Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἐνώπιον τοῦ φθόνου συνεπισκόπων του, ὅτι ἐγένετο ἀντικανονικά Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, δέ δίστασε νά παραιτηθεῖ καί νά πεῖ τό ἀνεπανάληπτο «ἐἀν ἐγώ εἶμαι ἡ αἰτία διαιρέσεως τῆς Ἐκκλησίας, ρίξετέ με στή θάλασσα σάν ἄλλο Ἰωνᾶ νά ἐπικρατήσει ἡ εἰρήνη».  Αὐτές εἶναι οἱ τρεῖς προσωπικότητες, τίς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία σήμερα τιμᾶ καί προβάλλει. 

Αυτούς την  μνήμη εορτάζουμε σήμερα. Όμως, ποια είναι αλήθεια στην εποχή μας η σημασία της μνήμης των τριών Ιεραρχών;

Σήμερα δυστυχώς ζούμε σε μία εποχή παγκοσμιοποίησης. Σε μια εποχή  κρίσης και  παντελή  έλλειψη αξιών. Τα υπαρξιακά και κοινωνικά ερωτήματα αποτελούν διαχρονικά προβλήματα του ανθρώπου που σήμερα εντείνονται.

Ο διαπρεπής κοινωνιολόγος Aντονι Γκίντενς στο βιβλίο του «Ο κόσμος των ραγδαίων αλλαγών» παρατηρεί: «Καθώς σε παγκόσμιο επίπεδο η επιρροή της παράδοσης και του εθίμου περιορίζεται… και η παράδοση εξασθενεί και κυριαρχεί η επιλογή του τρόπου ζωής. Η ταυτότητα του εαυτού μας πρέπει να δημιουργηθεί και να αναδημιουργηθεί πάνω σε μια πιο ενεργητική βάση απ’ ό,τι προηγουμένως». Στο πρόβλημα της αναζήτησης ταυτότητας και της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην άκριτη αποδοχή του νέου και τη δογματική άρνηση αυτού καταλήγει ο συγγραφέας, ότι η ανοχή και ο διάλογος σε ένα κόσμο παγκοσμιοποίησης θα πρέπει να καθοδηγούνται από οικουμενικές αξίες. Οι ηθικές δεσμεύσεις είναι απαραίτητες. Άραγε, ποιο πρότυπο ανθρώπου προτείνει η παγκοσμιοποιημένη κοινωνία;

Για να δώσουμε μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να σκεφτούμε, τι προσδοκίες έχει η κοινωνία από τον άνθρωπο καί τι είδους παιδεία του προσφέρει.

Η παιδεία με την ευρεία έννοια της ανατροφής και της αγωγής, η οποία σήμερα έχει ξεφύγει από την αποκλειστική επιρροή και τον έλεγχο των παραδοσιακών φορέων της, (της οικογένειας, του σχολείου και της Εκκλησίας ), καθώς και με τη στενή έννοια της εκπαίδευσης σχολικής – επαγγελματικής, στο μεγαλύτερό της φάσμα εκπαίδευσης εξειδίκευσης, συχνά δε δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα ψυχικής και πνευματικής καλλιέργειας. Δεν του παρέχει δηλαδή τα ερεθίσματα να γνωρίσει τον εαυτό του και τον κόσμο, αλλά καλλιεργεί μονομερώς κάποιες εκμεταλλεύσιμες δεξιότητές του.

Ο άνθρωπος γίνεται μία παραγωγική μονάδα στη διαδικασία εξυπηρέτησης υλικών συμφερόντων και αποτιμάται με το χρήμα και το κύρος που του προσφέρουν οι τίτλοι. Επίσης, αδυνατεί να διακρίνει την πραγματική αξία μέσα στο χάος των επιλογών, αφού στερείται προσανατολισμού και κριτηρίων. Έτσι το όλον χάνεται για χάρη του μέρους και ο άνθρωπος ως φύση δεν κατορθώνει να γίνει πρόσωπο.

Γι αυτό οι σημερινοί εορταζόμενοι άγιοι της Εκκλησίας μας, ήρθαν αντιμέτωποι με τα κοινωνικά, ηθικά και πολιτιστικά διλλήματα και αδιέξοδα της εποχής τους. Κατόρθωσαν, όμως, εμφορούμενοι από τα χριστιανικά ιδανικά και μετέχοντας της ελληνικής παιδείας να ορθώσουν το ανάστημά τους απέναντι σε όλες τις προκλήσεις και να αναδειχθούν νικητές.

Οι Τρεις Ιεράρχες αγωνίσθηκαν για μια Παιδεία, η οποία δεν θα προσφέρει απλώς τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, αλλά θα είναι διδασκαλία γνώσεων και ήθους, ώστε η μόρφωση να αποβαίνει ουσιαστικά σε διαμόρφωση χαρακτήρων. Πίστευαν σε Παιδεία προσανατολισμένη στον Θεό και στον συνάνθρωπο. Σε σχολείο, το οποίο θα διδάσκει τη φιλανθρωπία, τον σεβασμό σε κάθε αδύναμο και πάσχοντα συνάνθρωπο, την ελευθερία που συνδυάζεται με υπευθυνότητα, τον υγιή και αφανάτιστο πατριωτισμό.

   Τελειώνοντας αγαπητά μου παιδιά, σας εύχομαι καλή πρόοδο και σας καλώ να γνωρίσετε τα κείμενα και τη σοφία των Τριών Ιεραρχών. Να τους έχετε ως πρότυπα στη ζωή σας, μέσα από ουσιαστική μελέτη, και να θυμάστε ότι σκοπός της Παιδείας είναι ή θα πρέπει να είναι, να γίνετε ολοκληρωμένες προσωπικότητες με σφαιρική γνώση, χρήσιμοι για την κοινωνία, την πατρίδα και την Ανθρωπότητα.
   Το μέλλον θα είναι καλύτερο αν φωτισθούμε όλοι από τα νάματα και τον τρόπο ζωής του Μεγάλου Βασιλείου, του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.

Χρόνια Πολλά.