Η θεολογική σημασία της εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου

Η είσοδος της Παναγίας μας στο Ναό αποτελεί κορυφαίο γεγονός στο Θεϊκό σχέδιο της σωτηρίας του ανθρώπου. Η Θεοτόκος εισέρχεται στα Άγια των Αγίων, εκεί όπου άπαξ του ενιαυτού εισήρχετο ο Αρχιερεύς για να προσφέρει το θυμίαμα και παραμένει εκεί μέχρι τον Ευαγγελισμό της, υπό του Αρχαγγέλου Γαβριήλ.

Η Θεοτόκος είναι η αγιότερη ανθρώπινη ύπαρξη, η Οποία επιλέχτηκε από το Θεό ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλα κορίτσια, για να παίξει ρόλο πρωταγωνιστικό στη διαδικασία της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους και ολοκλήρου της δημιουργίας.

Ο Θεός είδε, στο πρόσωπο της Θεοτόκου, την άκρα καθαρότητα και αγιότητα της, η οποία ήταν απαραίτητη για να καταστεί μητέρα του Υιού και Θεού.

Η εορτή των Εισοδίων έχει ως στόχο να μας διδάξει πολύ υψηλές έννοιες γύρω από την προσωπικότητα της Θεοτόκου.

Να μας μυήσει στην ασύλληπτα βαθιά θεολογία γύρω από την ανεπανάληπτη συμβολή Της στην υλοποίηση του θείου σχεδίου της σωτηρίας του κόσμου.

Η εορτή των Εισοδίων καθιερώθηκε γύρω στον 6ο αιώνα στα Ιεροσόλυμα κατά την Παράδοση της Αγίας Εκκλησίας μας. Ο Άγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων, κάνει λόγο στις έγγραφες παρακαταθήκες του, για την εορτή.

Στην καρδιά της Ορθοδοξίας μας, την Κωνσταντινούπολη, η εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου, καθιερώνεται γύρω στα τέλη του Ζ΄ ή τις αρχές του Η΄ αιώνα.

Είναι γνωστή η πίστη στην ιερότητα του Ναού της Ιερουσαλήμ από τους Ιουδαίους.

Πίστευαν ότι μέσα σ’ αυτόν κατοικεί ο Θεός, γι’ αυτό ανέβαιναν στο λόφο Σιών, που ήταν κτισμένος με σεβασμό και τρόμο, σαν να προσεγγίζουν τον Ίδιο το Θεό.

Η Κιβωτός της Διαθήκης θεωρείτο ο θρόνος του Θεού και η ορατή παρουσία Του στη γη.

Ουδείς τολμούσε να προσεγγίσει στο διαμέρισμα του Ναού, που ονομαζόταν Άγια των Αγίων, παρά μόνο ο αρχιερέας του έτους, μια φορά το χρόνο, κατά την πένθιμη ημέρα του Εξιλασμού.

Εισερχόταν ανυπόδητος στο φοβερό εκείνο χώρο, για να θυμιάσει και έκτοτε κανένας δεν έμπαινε εκεί.

Ο απλός λαός δεν επιτρεπόταν να εισέρχεται σε κανένα διαμέρισμα του Ναού, αλλά μόνο το ιερατείο στον πρόναο και τα Άγια.

Οι προσκυνητές λαϊκοί στέκονταν στο τεράστιο προαύλιο και τις διάφορες παρακείμενες στοές, από όπου προσεύχονταν και παρακολουθούσαν τις τελετουργίες των ιερέων.

Η Παναγία μας είναι ο νοητός ναός του Θεού. Το ιερότατο νοητό τέμενος, μέσα στο οποίο καταδέχτηκε να οικήσει ο αιώνιος και άπειρος Θεός.

Ο ιερός υμνογράφος της εορτής θέλοντας να τονίσει ότι η Παναγία μας είναι ο νοητός ναός του Θεού, έγραψε πως η Θεοτόκος είναι, «Ο καθαρότατος ναός του Σωτήρος, η πολυτίμητος παστάς και παρθένος, το ιερόν θησαύρισμα της δόξης του Θεού».

Αν θεωρείτο ιερός ο Ναός της Ιερουσαλήμ, στον οποίο υποτίθεται ότι κατοικούσε, σύμφωνα με την πίστη των Ιουδαίων, ο Θεός, ας σκεφτούμε πόσο πιο άγια και ιερή θα μπορούσε να θεωρείται η Θεοτόκος, η Οποία κράτησε πραγματικά στα πάναγνα σπλάχνα Της το σαρκωμένο Λόγο και τον έθρεψε από τα τίμια αίματά Της.

Ο Ναός της Ιερουσαλήμ καταστράφηκε και αφανίστηκε από τους Ρωμαίους κατακτητές.

Αντίθετα ο νοητός ναός του Θεού, η Παρθένος Μαρία, μένει στους αιώνες και απολαμβάνει ύψιστες τιμές από τους μυριάδες πιστούς όλων των εποχών.

Η είσοδος της Θεοτόκου στο Ναό της Ιερουσαλήμ θέλει να μας φανερώσει το ακατανόητο ύψος της αγνότητας και αγιότητάς Της.

Και μέσα στα απρόσιτα Άγια των Αγίων διαφυλάχτηκε η αγνότητά της και καλλιεργήθηκε η αγιότητά Της.

Μόνο μέσα σε ένα τέτοιο ιερό χώρο μπορούσε να προφυλαχτεί η απαιτούμενη αγνότητά Της από την αφάνταστη αμαρτωλότητα του κόσμου.

Μόνο η συνοίκηση με τους αγίους αγγέλους θα μπορούσε να καλλιεργήσει την αγιότητά Της.

Γεννήθηκε βεβαίως με την πτωτική φύση, ως κληρονόμος της αμαρτίας των πρωτοπλάστων γεναρχών μας, όμως η θεία χάρις σταδιακά την εξύψωνε από τη νηπιακή Της ηλικία μέχρι τον Ευαγγελισμό Της, οπότε με την επισκίαση του Αγίου Πνεύματος, καθαρίστηκε απόλυτα από το προπατορικό αμάρτημα και πήρε την προπτωτική αδιάφθορη φύση.

Μόνο έτσι απαλλαγμένη από το άχθος της πτωτικής φύσεως και τη φθορά της αμαρτωλότητας, μπορούσε να επιτελέσει την υπέρτατη αποστολή Της.

Η ευλογημένη είσοδος της Παρθένου Μαρίας στο Ναό αποτελεί την απαρχή της πραγματοποιήσεως της προαιώνιας βουλής του Τριαδικού Θεού για τη σωτηρία του κόσμου.

Στην υμνολογία της μεγάλης εορτής ψάλλουμε πως «Σήμερον της ευδοκίας Θεού το προοίμιον και της των ανθρώπων σωτηρίας η προκήρυξις».

Αποτελεί τη χαραυγή της λυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους από τη δουλεία της αμαρτίας. Γι’ αυτό η Εκκλησία μας εορτάζει λαμπρά το γεγονός.

Η εορτή των εισοδίων της Θεοτόκου, είναι παράλληλα και το προανάκρουσμα της «μητρόπολις των εορτών», δηλαδή των Χριστουγέννων. Και αυτό διότι στην ακολουθία του όρθρου ακούγονται οι καταβασίες των Χριστουγέννων.

Πανηγυρικά ακούμε τους ιεροψάλτες μας, να λένε το Χριστός «γεννάτε δοξάσατε».  Ακούμε τον ιερό υμνωδό να μας προσκαλεί «Χριστός εξ’ ουρανού απαντήσατε». Χαρμόσυνο και ελπιδοφόρο μήνυμα σε μια εποχή αστάθειας και πολλών προβλημάτων.

Ένα μήνυμα που γλυκαίνει και γεμίζει ελπίδα τις καρδιές των Ορθοδόξων Χριστιανών.

Γιατί όμως στην εορτή των εισοδίων, σε μια Θεομητορική εορτή να ακούμε για πρώτη φορά ύμνους και λόγια που αφορούν την Γέννηση του Κυρίου;

Διότι όπως η Παναγία μας, ετοιμάστηκε μυστικά μέσα στα Άγια των Αγίων όπως ήδη προαναφέρθηκε στο παραπάνω κείμενο για να γίνει ο Νέος Παράδεισος, για τον Νέο Αδάμ τον Χριστό μας, έτσι και εμείς αυτή την περίοδο, πρέπει πλέον να ετοιμαστούμε να υποδεχθούμε τον Γεννηθέντα Κύριο, όχι βέβαια στις βιτρίνες των καταστημάτων και κάτω από τα χριστουγεννιάτικα δένδρα, αλλά μέσα στις καρδιές μας, στην ψυχή μας.

Γιατί τότε και μόνο τότε αν υποδεχτούμε κατάλληλα τον Χριστό εντός μας, θα μπορέσουμε να γευτούμε την χαρά και την πληρότητα που φέρνει η παρουσία Του στην ζωή μας. Αμήν.