Η ειρήνη του Θεού

Η ειρήνη του Θεού

Παρά τον πόθο του ανθρώπου να ζει ειρηνικά και παρά τις καλές του προσπάθειες να το πετύχει, ο πόθος για ειρήνη θα μένει πάντα ανέφικτος, εφ’ όσον σπεύδει να τον ικανοποιήσει μακριά από την πηγή της. Και πηγή της αληθινής ειρήνης είναι ο Τριαδικός Θεός. Αξίζει εδώ να σταθούμε και να δούμε που θεμελιώνεται η ειρήνη αυτή του Θεού και κατά τι διαφέρει από την ειρήνη του κατά κόσμο.

Στην Αγία Γραφή ο Θεός χαρακτηρίζεται ως Θεός ειρήνης (Ρωμ. ιε’ 33), αλλά και άρχων ειρήνης (Ησαΐας θ΄6). Η ειρήνη Του αυτή δεν έχει τέλος «και της ειρήνης αυτού ουκ έστιν όριον» (Ης. θ’ 7). Κατά τον Ψαλμωδό, τόπος της ειρήνης θεωρείται πάντα ο Θεός. Όταν στρέψουμε το πρόσωπό μας στον Θεό, όλα ηρεμούν και όταν το αποστρέψουμε, όλα ταράσσονται. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γράφει ότι το αγαθό της ειρήνης πηγάζει από την Αγία Τριάδα, της οποίας γνώρισμα είναι η ειρηνική κατάσταση.

Αλλά και ο Ιησούς Χριστός ονομάστηκε «Κύριος ειρήνης» (Β’ Θεσ. γ’ 16). «Αυτός εστιν η ειρήνη ημών, ο ποιήσας τα αμφότερα εν και το μεσότοιχον του φραγμού λύσας» (Εφες. β’ 14).

Ο άνθρωπος πλάσθηκε από τον Θεό της ειρήνης με φύση ειρηνική. Και η σχέση του με τον Δημιουργό του μέσα στον παράδεισο ήταν απόλυτα ειρηνική. Αλλά από την στιγμή που σήκωσε σημαία ανταρσίας εναντίον του και αντιστρατεύτηκε στο θέλημά του το άγιο, διαταράχτηκε αυτή η αγαπητική σχέση μαζί Του και η ειρήνη φυγαδεύτηκε από την καρδιά του ανθρώπου. Αυτήν την επαναφορά της ειρήνης στην ταραγμένη καρδιά του ανθρώπου πραγματοποίησε ο Χριστός μας. Αυτός «η ειρήνη ημών» ήλθε στη γη και ανέβηκε στον σταυρό και ένωσε «τα το πριν διεστώτα» και «το μεσότοιχον του φραγμού έλυσε», και ενώ είχαμε καταντήσει εχθροί με τον Θεό εξ αιτίας της αμαρτίας «κατηλλάγημεν τω Θεώ δια του θανάτου του Υιού Αυτού» (Ρωμ. ε’ 10).

Έτσι, στο πρόσωπο του Θεανθρώπου ξαναβρίσκει ο άνθρωπος τη δυνατότητα επανασύνδεσης του εαυτού του με τον δημιουργό του. Η πηγή της ειρήνης, ο Κύριος, έρχεται και τώρα και προσφέρει την ειρήνη στους ανθρώπους, την δική Του ειρήνη. «Ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν, ου καθώς ο κόσμος…» (Ιωάν. ιδ’ 27). Εάν η διάπραξη της αμαρτίας έφερε την έχθρα με τον Θεό και φυγάδευσε την ειρήνη, η αποκατάσταση της θείας επικοινωνίας εν Χριστώ μπορεί να επιτευχθεί με πόλεμο. Διότι η ειρήνη με τον Θεό σημαίνει υποχρεωτικά πόλεμο με τον διάβολο και ειρήνη με τον διάβολο σημαίνει πόλεμο με τον Θεό. Έχουμε εδώ παρεμβολή ενός «καλού» πολέμου προκειμένου να διακοπεί μια «κακή» ειρήνη.

Ο ιερός Χρυσόστομος σχολιάζοντας την έννοια αυτή γράφει: «Τούτο μάλιστα ειρήνη, όταν το νενοσηκός αποτέμνεται, όταν το στασιάζον χωρίζεται… ου γαρ πανταχού ομόνοια καλόν, επεί και λησταί συμφωνούσι… Την γαρ κακήν ειρήνην η καλή διαφωνία έλυσε και εποίησεν ειρήνην…»

Αυτή η ειρήνη του Θεού δεν μοιάζει με την ειρήνη, που προσφέρει ο κόσμος. Είναι άλλης φύσεως και τάξεως. Είναι ειρήνη «υπερέχουσα πάντα νουν» και λειτουργεί στον άνθρωπο σαν «φρουρός των καρδιών και των νοημάτων του εν Χριστώ Ιησού» (Φιλ. δ’ 7). Είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος και αποτελεί εικόνα της Τριαδικής θεϊκής ειρήνης, που συνυπάρχει με την Τριαδική αγάπη. Η υπεροχή της από την κοσμική, εδώ ακριβώς έγκειται, στον αγαπητικό τριαδικό χαρακτήρα της. δεν πρόκειται δηλ. για μια τυπική, επιφανειακή ειρήνη, που κλείνει μέσα της το σπέρμα της υποκρισίας, της αστάθειας και της ιδιοτέλειας, αλλά για μια κατά βάθος και πλάτος οντολογική ειρήνη.

Κατά τον ιερό Χρυσόστομο «η ειρήνη του Θεού η πεπηγυία και βέβαια αυτή εστίν. Εάν μεν δι’ άνθρωπον έχης ειρήνην, ταχέως διαλύεται, εάν δε δια τον Θεόν, ουκέτι».
Συνεπώς η ειρήνη του κόσμου «έξωθεν εστί και επί κακώ γίνεται πολλάκις και τους έχοντας ουδέν ωφελήσε». Ενώ η ειρήνη του Θεού πάντα στο συμφέρον της ψυχής αποβλέπει, αφού με αυτήν ξαναβρίσκουμε την ψυχική μας ισορροπία.

Η ειρήνη του Θεού είναι καρπός της αγάπης, που απομακρύνει τον φόβο, ενώ η ειρήνη του κόσμου είναι καρπός του φόβου, που απομακρύνει την αγάπη, δηλ. τελικά τον ίδιο τον Θεό, που είναι η ενσάρκωση της αγάπης. Η πρώτη ξεπερνάει τον χρόνο και την αμεσότητα, ενώ η Δευτέρα υποκύπτει στον φόβο και υποτάσσεται στην αναγκαιότητα.

Η ειρήνη του Θεού προσφέρει χαρά και αγαλλίαση στον άνθρωπο, γιατί βασίζεται στη χάρη του Κυρίου Ιησού, στην αγάπη του Θεού Πατέρα και στην κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, ενώ η χαρά της ειρήνης του κόσμου είναι προσωρινή και νοθευμένη, αφού στηρίζεται στην ιδιοτέλεια και ανθρώπινη αδυναμία.

Για τους λόγους αυτούς είναι πολύ δύσκολο να συνυπάρχει η ειρήνη του Θεού με την ειρήνη του κόσμου. Η ειρήνη του Θεού μπορεί να παρεμβάλει εμπόδια στην ειρήνη του κόσμου, όταν αυτή είναι αντίθετη και αντιανθρώπινη.

Κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή «κρείσσον επαινετός πόλεμος, ειρήνης χωριζούσης Θεού». Επομένως σκοπός και υποκείμενο της αληθινής ειρήνης είναι ο Θεός, ο Οποίος σαν Θεός της αγάπης και της ειρήνης χορηγεί την ειρήνη αυτή και στον άνθρωπο, μέσω του ειρηνοποιού Χριστού εν Πνεύματι Αγίω. Η ειρήνη του Θεού αρχίζει με την ενσάρκωση, κορυφώνεται στην σταύρωση και την ανάσταση και επεκτείνεται στην Εκκλησία την διαρκή Πεντηκοστή δια του Αγίου Πνεύματος.
Η ειρήνη του Θεού δεν συνεπάγεται και ειρήνη στον κόσμο από την οποία διαφέρει ποιοτικά. Η ειρήνη όμως του κόσμου θα μπορούσε να ωφεληθεί τα μέγιστα από την ειρήνη του Θεού, για να είναι πραγματικά επωφελής.

Ο πρόσκαιρος κόσμος δεν είναι ο τόπος, που μπορεί να φανερωθεί στην πληρότητά της η ειρήνη του Χριστού. Ο τόπος της ειρήνης είναι η βασιλεία του Θεού. Και όπως η βασιλεία του Θεού θα φανερωθεί στην πληρότητά της κατά τον μέλλοντα αιώνα, έτσι και η ειρήνη του Χριστού θα υπάρξει στην πληρότητά της στον μέλλοντα αιώνα. Έτσι η ειρήνη παρουσιάζεται στη ζωή του πιστού Χριστιανού σαν δεδομένο και σαν ζητούμενο. Ζει και αυτός τις θλίψεις και τις δοκιμασίες της παρούσης ζωής, αλλά δεν ταράζεται στο βάθος του είναι του, γιατί ξέρει να τις υπερβαίνει και να τις μεταμορφώνει εν Χριστώ. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να διατηρεί την εσωτερική του ειρήνη και μέσα στις μεγαλύτερες ακαταστασίες και ταραχές. Πράγμα βέβαια όχι εύκολο.

Και το ερώτημα που τίθεται εν κατακλείδι είναι.

Εμείς έχουμε την ειρήνη αυτή του Θεού, που λαχταράει η καρδιά μας και που ο κόσμος περιμένει να δει στο πρόσωπό μας για να πιστέψει; Και ποια επιτέλους είναι η ειρήνη;

Η απάντηση είναι, ο προσωπικός σύνδεσμός μας με τον Θεό, που είναι η πηγή της ειρήνης. Όσο ο δεσμός αυτός δυναμώνει και η επικοινωνία μας με τον Θεό είναι πιο πλήρης και συνεχής, τόσο και η ειρήνη του Θεού εδραιώνεται μέσα μας, πλημμυρίζει το είναι μας και ξεχύνεται προς τα έξω. Αυτό σημαίνει ότι η ειρήνη αυτή δεν είναι κατάσταση στατική, αλλά δυναμική, δηλ. δεν κατακτάται εφ άπαξ, αλλά είναι τρόπος ζωής που προάγεται διαρκώς.

Έτσι, το μεν αγαθό της ειρήνης μάς το προσφέρει ο ειρηνοποιός Χριστός δωρεάν με το τίμιο αίμα Του, από μας όμως εξαρτάται να απλώσουμε το χέρι μας και να το κάνουμε κτήμα μας. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία και χάρη από το να ζεις με την ειρήνη του Χριστού στην καρδιά σου.

Αρχιμ. Νικήτα Βουτυρά

Η ειρήνη του Θεού πολύτιμος θησαυρός για τον άνθρωπο
27 Δεκεμβρίου 2017

Όταν ο άνθρωπος έχει ειρήνη μέσα του και βεβαιωθεί η ψυχή του ότι όντως ο Θεός είναι πατέρας του και διοικεί την κτίση και αυτός είναι παιδί αυτού του Παντοκράτορος Θεού, που συνέχει την κτίση, δεν κινδυνεύει και δεν έχει να φοβηθεί τίποτε. Αφού λοιπόν ο άνθρωπος ειρηνεύει με τον Θεό, ειρηνεύει και με τον πλησίον του. Παύει να βλέπει τον αδελφό του σαν εχθρό του, αλλά βλέπει τον αδελφό του σαν τον ίδιο τον Θεό του: «είδες τον αδελφό σου, είδες Κύριον τον Θεόν σου». Για τον άνθρωπο του Θεού πλέον ο κάθε άνθρωπος είναι καλός λίαν, όπως τον έπλασε ο δημιουργός Θεός. Δεν μπορεί να πει κακία η καρδιά αυτού του ανθρώπου, αφού η κακία είναι ανύπαρκτη γι’ αυτόν. Βέβαια, δεν είναι αφελής. Απλώς δεν αποδέχεται ότι το πλάσμα του Θεού, το οποίο πλάστηκε κατ’ εικόνα του καλού Θεού, είναι κακό, και ότι θέλει το κακό του. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος του Θεού είναι ανόητος και αφελής και επειδή έχει τη βεβαιότητα ότι δεν κινδυνεύει από τίποτε, δεν έχει κακή σχέση με τους συνανθρώπους του.